Μία εξέταση της βιογραφίας του Τρότσκι από τον καθηγητή Ρόμπερτ Σέρβις (1)
Σύμφωνα με δημοσίευμα της λονδρέζικης εφημερίδας Ίβνινγκ Στάνταρντ, στην δημόσια παρουσίαση της καινούργιας βιογραφίας του για τον Τρότσκι στο βιβλιοπωλείο Ντοντ στο Χόλλαντ Παρκ του Λονδίνου, ο Ρόμπερτ Σέρβις δήλωσε: «Έχει ζωή ακόμα μέσα του ο γερο-Τρότσκι – αν όμως δεν κατάφερε να τον σκοτώσει η ορειβατική αξίνα, ελπίζω να το κατόρθωσα εγώ.»
Μπορεί κανείς εύλογα να αναρωτηθεί τί λογής ιστορικός – και μάλιστα, τί λογής άνθρωπος – θα περιέγραφε το δικό του έργο, και με φανερή ικανοποίηση, με τέτοιο τρόπο. Είναι πράγματι ο σκοπός ενός σοβαρού βιογράφου να διαπράξει το λογοτεχνικό αντίστοιχο μιας δολοφονίας; Κάθε δυνατή ερμηνεία αυτής της δήλωσης είναι αποδοκιμαστική για τον κ. Σέρβις. Ο Λέων Τρότσκι δολοφονήθηκε με έναν ιδιαίτερα φρικτό και απαίσιο τρόπο. Η αμβλυμένη πλευρά μιας ορειβατικής αξίνας καρφώθηκε από τον δολοφόνο στο κρανίο του Τρότσκι. Η γυναίκα του, η Νατάλια, ήταν κοντά όταν συνέβη αυτό. Άκουσε την κραυγή του συντρόφου της, που ήταν μαζί του 38 χρόνια, και όταν έτρεξε μέσα στο γραφείο του, είδε το αίμα που έτρεχε στο μέτωπο και τα μάτια του. «Κοίτα τί μου κάνανε,» φώναξε ο Τρότσκι στην Νατάλια.
Ο θάνατος του Τρότσκι έγινε αισθητός σε πολλούς σαν μία σχεδόν αβάσταχτη απώλεια. Στην Πόλη του Μεξικού, 300.000 άνθρωποι απότισαν φόρο τιμής στον Τρότσκι καθώς η πομπή της κηδείας του πέρασε μέσα από τους δρόμους της πρωτεύουσας. Μια προσωπική επιστολή γραμμένη από τον Αμερικάνο λογοτέχνη, Τζέιμς Τ. Φάρελ, δίνει μία αίσθηση της συγκλονιστικής επίπτωσης της δολοφονίας του Τρότσκι. «Το έγκλημα είναι ανείπωτο. Δεν υπάρχουν λόγια για να περιγραφεί. Νοιώθω άναυδος, πληγωμένος, πικραμένος, ανίκανα οργισμένος. Ήταν ο πιο λαμπρός άνθρωπος της εποχής μας, και τον δολοφόνησαν, και η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών φοβάται ακόμα και τις στάχτες του. Θεέ μου!» (2)
Ένας σοβαρός βιογράφος δεν θα αστειευόταν για την «ορειβατική αξίνα.» Είναι ένα αποτρόπαιο σύμβολο πολιτικής αντίδρασης. Ο κ. Σέρβις θα διαμαρτυρόταν, ίσως, ότι η βιογραφία του έχει «δολοφονήσει» τον Τρότσκι μόνο με την έννοια ότι βάζει τέλος σε όλο το ενδιαφέρον και την συζήτηση για αυτό το συγκεκριμένο άτομο. Είναι όμως αυτή μία θεμιτή φιλοδοξία; Ένας πραγματικός μελετητής ελπίζει πως το έργο του συνεισφέρει μάλλον, αντί να καταπνίγει, στην διαμόρφωση του ιστορικού διαλόγου. Είναι όμως φανερό πως δεν ήταν αυτός ο σκοπός του κ.Σέρβις. Όπως δήλωσε στην Ίβνινγκ Στάνταρντ, (3) ελπίζει πως θα πετύχει με την βιογραφία του αυτό που δεν κατόρθωσε ο Στάλιν να κάνει με την δολοφονία – δηλαδή να «αποτελειώσει» τον Τρότσκι σαν μία σημαντική ιστορική μορφή. Με αυτό τον στόχο στο μυαλό του, μπορεί κανείς να φανταστεί με ποιό τρόπο προσέγγισε ο Σέρβις την συγγραφή αυτής της βιογραφίας.
Το σχόλιο του Σέρβις στην παρουσίαση του βιβλίου του φαίνεται να εκφράζει μία πνευματική διάθεση η οποία είναι αρκετά διαδεδομένη στο αντιδραστικό κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο συχνάζει. Μία κριτική της βιογραφίας που έγραψε ο δεξιός Βρετανός ιστορικός Νόρμαν Στόουν, θαυμαστής της Μάργκαρετ Θάτσερ και του Αουγκούστο Πινοτσέτ, έχει τίτλο «Η Ορειβατική Αξίνα έρχεται.» Μια άλλη ενθουσιώδης κριτική, γραμμένη από τον συγγραφέα Ρόμπερτ Χάρις η οποία δημοσιεύτηκε στην Σάντεϊ Τάιμς του Λονδίνου, συγχαίρει τον Σέρβις για την « επανάληψη, ουσιαστικά, της δολοφονίας του Τρότσκι.» (4)
Αυτή είναι η γλώσσα πολύ διαταραγμένων ατόμων – προσωπικά και πολιτικά. Εβδομήντα χρόνια μετά το θάνατο του Τρότσκι, εξακολουθούν να τρέμουν το φάσμα του μεγάλου επαναστάστη. Η σκέψη και μόνο του Τρότσκι φέρνει στο νου τους εικόνες ανθρωποκτονίας. Πιστεύουν όμως πραγματικά πως το βιβλίο του κ. Σέρβις θα κατορθώσει αυτό που ήταν πέρα από τις δυνάμεις του απολυταρχικού αστυνομικού κράτους του Στάλιν; Το γεγονός ότι ο κ. Σέρβις και οι θαυμαστές του μπορούν ακόμη και να διανοηθούν κάτι τέτοιο φανερώνει πόσο λίγο καταλαβαίνουν τον Τρότσκι και τις ιδέες στις οποίες αφιέρωσε την ζωή του.
Ο Λέων Τρότσκι – ο συν-ηγέτης της Οκτωβριανής Επανάστασης, αντίπαλος του Σταλινισμού και ιδρυτής της Τέταρτης Διεθνούς – δολοφονήθηκε από πράκτορα της Σοβιετικής μυστικής αστυνομίας, την Γκε Πε Ου, τον Αύγουστο του 1940. Τα τελευταία 11 χρόνια τις ζωής του τα έζησε στην εξορία. Ζώντας σε έναν, όπως ο ίδιος αποκάλεσε, «πλανήτη χωρίς βίζα,» ο Τρότσκι πήγε από την Τουρκία, στην Γαλλία, την Νορβηγία και τέλος, το 1937, στο Μεξικό. Τα χρόνια που πέρασαν από την απέλαση του από την ΕΣΣΔ μέχρι την άφιξη του στο Μεξικό είδαν μία άγρια επέκταση της διεθνούς πολιτικής αντίδρασης: η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία στη Γερμανία, η κατάπνιξη των επαναστατικών κινημάτων της εργατικής τάξης στην Γαλλία και την Ισπανία από τις Σταλινικές και σοσιαλδημοκρατικές γραφειοκρατίες κάτω από την σημαία του «Λαϊκού Μετώπου» και η ενορχήστρωση των Δικών της Μόσχας και του Μεγάλου Τρόμου που ακολούθησε ο οποίος εξόντωσε όλους του εκπρόσωπους της Μαρξιστικής πολιτικής και σοσιαλιστικής κουλτούρας στην ΕΣΣΔ.
Η πρώτη από τις Δίκες της Μόσχας, της οποίας οι 16 κατηγορούμενοι συμπεριλάμβαναν ιστορικούς ηγέτες του Μπολσεβίκικου Κόμματος όπως ο Γκριγκόρι Ζινόβιεφ και ο Λεβ Κάμενεφ, διεξάχθηκε τον Αύγουστο του 1936. Κατηγορούνταν ότι συνωμοτούσαν για την διάπραξη δολοφονιών και διάφορων τρομοκρατικών ενεργειών. Ούτε ένα αποδεικτικό στοιχείο δεν παρουσιάστηκε στη δίκη πέρα από τις εξομολογήσεις των κατηγορουμένων. Όλοι καταδικάστηκαν σε θάνατο από το δικαστήριο. Οι εφέσεις των κατηγορουμένων απορρίφθηκαν λίγες ώρες μετά το τέλος της δίκης και εκτελέστηκαν στις 25 Αυγούστου 1936. Παρόλο που δεν ήταν παρόντες, οι κύριοι κατηγορούμενοι ήταν ο Λέων Τρότσκι και ο γιός του Λεβ [Λέων] Σεντώφ. Από την εξορία του στην Νορβηγία ο Τρότσκι καταδίκασε σφοδρά την δίκη σαν «μία από τις μεγαλύτερες, πιο αδέξιες και πιο εγκληματικές συνωμοσίες της μυστικής αστυνομίας ενάντια στην παγκόσμια κοινή γνώμη.» (5)
Κάτω από την πίεση του Σοβιετικού καθεστώτος, η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση της Νορβηγίας επέβαλε στον Τρότσκι κατ’οίκο περιορισμό για να τον εμποδίσουν να συνεχίσει το ξεσκέπασμα της δολοφονικής σκευωρίας του Στάλιν ενάντια στους Μπολσεβίκους ηγέτες. Για τέσσερις σχεδόν μήνες ήταν σε απομόνωση, χωρίς καμμία σχεδόν επαφή με τον έξω κόσμο, καθώς το Σταλινικό καθεστώς μετάδιδε τις ψευδείς καταγγελίες εναντίον του. Η κράτηση του στη Νορβηγία διάρκεσε μέχρι τις 19 Δεκέμβρη 1936, όταν ο Τρότσκι επιβιβάστηκε σε ένα φορτηγό πλοίο με προορισμό το Μεξικό, του οποίου η κυβέρνηση του είχε παραχωρήσει άσυλο.
Το τελευταίο μήνυμα που έγραψε ο Τρότσκι πριν την αναχώρηση του ήταν στον μεγαλύτερο γιό του, τον Λεβ Σεντώφ. Χωρίς να ξέρει τί τον περίμενε στο ταξίδι του στο Μεξικό, ο Τρότσκι πληροφόρησε τον Λεβ πως αυτός και ο μικρότερος αδερφός του Σεργκέι ήταν οι κληρονόμοι του, και είχαν απαίτηση πάνω σε οποιαδήποτε δικαιώματα προέκυπταν από τα γραπτά του. Ο Τρότσκι σημείωσε πως δεν είχε άλλη περιουσία. Το γράμμα του τελείωνε με μία συγκινητική παράκληση στον Λεβ Σεντώφ: «Αν ποτέ συναντήσεις τον Σεργκέι,» έγραψε ο Τρότσκι, «πες του ότι ποτέ δεν τον έχουμε ξεχάσει και δεν θα τον ξεχάσουμε ποτέ ούτε για μία στιγμή.» (6) Όμως ο Λεβ Σεντώφ δεν επρόκειτο ποτέ να δει ή να μιλήσει ξανά στον μικρό του αδελφό. Ο Σεργκέι εκτελέστηκε, με διαταγή του Στάλιν, στις 29 Οκτώβρη 1937. Ούτε επρόκειτο ποτέ ο Λεβ να ξανασμίξει με τον πατέρα του και την μητέρα του. Πέθανε στις 16 Φλεβάρη 1938, το θύμα δολοφονίας που διέπραξαν πράκτορες της Σοβιετικής μυστικής αστυνομίας.
Ο Τρότσκι και η Νατάλια Σέντοβα έφτασαν στο Μεξικό στις 9 Γενάρη 1937. Έμεναν σαν φιλοξενούμενοι του Ντιέγκο Ριβέρα στο περίφημο «Μπλε Σπίτι» του στο Κογιοακάν, ένα προάστιο της Πόλης του Μεξικού. Ο Τρότσκι αμέσως ρίχτηκε στον αγώνα για να ξεσκεπάσει τις σκευωρίες του Στάλιν. Η δεύτερη δίκη των Παλιών Μπολσεβίκων επρόκειτο να αρχίσει πολύ σύντομα. Αυτή τη φορά υπήρχαν 21 κατηγορούμενοι, με τον Γιούρι Πιατακώφ και τον Καρλ Ράντεκ ανάμεσα τους. Σε ομιλία που κινηματογραφήθηκε στις 30 Γενάρη 1937, και που εύκολα μπορεί να δει κανείς σήμερα στο Διαδίκτυο, ο Τρότσκι δήλωσε:
Η δίκη του Στάλιν εναντίον μου στηρίζεται σε ψεύτικες ομολογίες, οι οποίες αποσπάστηκαν με σύγχρονες Ιεροεξεταστικές μεθόδους, σύμφωνα με τα συμφέροντα της άρχουσας κλίκας. Δεν υπάρχουν στην ιστορία εγκλήματα πιο τρομερά στην πρόθεση ή στην εκτέλεση τους από τις Δίκες της Μόσχας των Ζινόβιεφ-Κάμενεφ και των Πιατακώφ-Ράντεκ. Αυτές οι δίκες απορρέουν όχι από τον κομμουνισμό, όχι από τον σοσιαλισμό, αλλά από τον Σταλινισμό, δηλαδή, από τον ανεύθυνο δεσποτισμό της γραφειοκρατίας πάνω στον λαό!
Ποιό είναι τώρα το κύριο έργο μου; Να αποκαλύψω την αλήθεια. Να δείξω καθαρά και τεκμηριωμένα ότι οι αληθινοί εγκληματίες κρύβονται πίσω από τον μανδύα των κατήγορων. (7)
Ο Τρότσκι έκανε έκκληση για την σύσταση μιας διεθνούς επιτροπής έρευνας για να διερευνήσει και να κρίνει τις κατηγορίες που απήγγειλε το σοβιετικό καθεστώς. Ο Τρότσκι υποσχέθηκε να παρουσιάσει στην επιτροπή αυτή «όλα τα αρχεία μου, χιλιάδες προσωπικές και ανοιχτές επιστολές στις οποίες η διαμόρφωση της σκέψης και της δράσης μου αντικατοπτρίζεται μέρα με την μέρα, χωρίς καθόλου κενά. Δεν έχω τίποτα να κρύψω!» (8) Ο Τρότσκι δήλωσε πως δεν υπήρχε ούτε μία κηλίδα στην τιμή του, την προσωπική ή την πολιτική.
Μέσα σε λιγότερο από τρεις μήνες, στις 10 Απρίλη 1937, η επιτροπή συνήλθε στο Κογιοακάν υπό την προεδρία του φημισμένου Αμερικάνου φιλόσοφου, Τζων Ντιούι. Τεράστια πίεση ασκήθηκε από τους Σταλινικούς και το πλήθος των φιλελεύθερων φίλων τους – ανάμεσα τους διασημότητες όπως η Λίλιαν Χέλμαν, ο Μάλκολμ Κάουλι και ο Κόρλις Λαμόντ – για να εμποδιστεί η σύσταση της επιτροπής και, όταν οι προσπάθειές τους απέτυχαν, να υπονομεύσουν το έργο της. Για μία εβδομάδα, ο Τρότσκι κατάθετε ενώπιον της επιτροπής, απαντώντας σε πλήθος ερωτήσεων σχετικά με τις κατηγορίες που απήγγειλε το Σταλινικό καθεστώς. Κανένας από όσους τον είδαν να καταθέτει, για πολλές ώρες, ξέχασε ποτέ την εμπειρία αυτή. Ο Τζέιμς Τ. Φάρελ, ο οποίος παρακολούθησε την ακροαματική διαδικασία, θυμήθηκε σε μεταγενέστερα γραπτά του την συντριπτική ηθική δύναμη της παρουσίας του Τρότσκι.
Η τελική του αγόρευση, την οποία έκανε στα αγγλικά και η οποία διήρκεσε πάνω από τέσσερεις ώρες, άφησε τους επίτροπους βαθιά συγκινημένους. «Οτιδήποτε μπορώ να πω θα φανεί περιττό,» παρατήρησε ο Ντιούι μετά το τέλος του λόγου του Τρότσκι. (9) Τον Δεκέμβρη του 1937 η επιτροπή εξέδωσε το πόρισμά της. Ο Τρότσκι κηρύχθηκε «Μη ένοχος» και οι δίκες στην Μόσχα κρίθηκαν σαν «σκευωρίες.»
Τα πορίσματα της Επιτροπής Ντιούι εκπροσωπούσαν μία μεγάλη ηθική νίκη για τον Τρότσκι. Όμως η ισχυρή ορμή της πολιτικής αντίδρασης δεν είχε ακόμα εξαντληθεί. Μέσα στην Σοβιετική Ένωση, η αστυνομία του Στάλιν δολοφονούσε πάνω από 1.000 άτομα κάθε μέρα. Στην Ισπανία, η νίκη του Φράνκο εξασφαλιζόταν από την αντεπαναστατικές πολιτικές του Κομμουνιστικού Κόμματος και της δολοφονικής μανίας της μυστικής αστυνομίας του Στάλιν. Έχοντας παραλύσει από τις προδοσίες των Σταλινικών, η Ευρωπαϊκή εργατική τάξη ήταν ανίκανη να σταματήσει την εξάπλωση του φασισμού και την πορεία προς τον πόλεμο. Ο Τρότσκι συγκέντρωσε όλες του τις δυνάμεις στην ίδρυση της Τέταρτης Διεθνούς. «Η παγκόσμια πολιτική κατάσταση στο σύνολο της, » έγραψε στις αρχές του 1938 «χαρακτηρίζεται κυρίως από μία ιστορική κρίση της ηγεσίας του προλεταριάτου.» (10)
Οι Σταλινικοί αντιτάχτηκαν στις προσπάθειες του Τρότσκι κλιμακώνοντας την βία τους ενάντια στούς στενότερους ομοϊδεάτες και οπαδούς του. Τον Ιούλη του 1937, ο Έργουιν Ουόλφ, ένας από τους πολιτικούς γραμματείς του Τρότσκι, δολοφονήθηκε στην Ισπανία. Δύο μήνες αργότερα ο Ίγκνας Ράις – ο οποίος είχε αυτομολήσει από την Γκε Πε Ου, καταδίκασε δημόσια τον Στάλιν και διακήρυξε την αφοσίωση του στην Τέταρτη Διεθνή - δολοφονήθηκε στην Ελβετία. Τον Φλεβάρη του 1938, η Γκε Πε Ου δολοφόνησε τον Σεντώφ. Και τον Ιούλη του 1938, απήγαγαν στο Παρίσι τον Ρούντολφ Κλέμεντ, τον γραμματέα της Τέταρτης Διεθνούς, και τον δολοφόνησαν.
Παρά την κυριαρχία του Σταλινικού τρόμου, η Τέταρτη Διεθνής πραγματοποίησε το ιδρυτικό της συνέδριο τον Σεπτέμβρη του 1938. Σε λόγο που μαγνητοφωνήθηκε ένα μήνα αργότερα, ο Τρότσκι δήλωσε ότι ο στόχος της Τέταρτης Διεθνούς «είναι η πλήρης υλική και πνευματική απελευθέρωση των βιοπαλαιστών και όσων υπόκεινται σε εκμετάλλευση μέσα από την σοσιαλιστική επανάσταση.» Ο Τρότσκι ονείδισε τον τρόμο της Σοβιετικής γραφειοκρατίας. «Οι δήμιοι πιστεύουν με την βραδύνοια και τον κυνισμό τους πως είναι δυνατόν να μας φοβίσουν. Κάνουν λάθος! Κάτω από τα πλήγματα γινόμαστε ισχυρότεροι. Η θηριωδία της πολιτικής του Στάλιν είναι απλά η πολιτική της απελπισίας.» (11)
Λιγότερα από δύο χρόνια ζωής απόμεναν στον Τρότσκι μετά την ίδρυση της Τέταρτης Διεθνούς. Η πνευματική του δημιουργικότητα και πολιτική διορατικότητα ήταν αμείωτες. Όχι μόνο αναγνώρισε ότι ένας δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος ήταν αναπόφευκτος. Ο Τρότσκι πρόβλεψε πως ο Στάλιν θα επιχειρούσε να απαγκιστρωθεί από τις ολέθριες επιπτώσεις της διεθνών πολιτικών του επιδιώκοντας μία συμμαχία με τον Χίτλερ. Η ανάλυση του Τρότσκι επιβεβαιώθηκε με την υπογραφή του Συμφώνου Στάλιν-Χίτλερ Μη-Επίθεσης τον Αύγουστο του 1939. Όμως ο Τρότσκι προειδοποίησε επίσης ότι η προδοσία του Στάλιν δεν θα γλύτωνε την Σοβιετική Ένωση από την φρίκη του πολέμου. Θα ήταν μόνο θέμα χρόνου πριν εξαπολύσει ο Χίτλερ τις στρατιωτικές του δυνάμεις ενάντια στην ΕΣΣΔ.
Τους τελευταίους μήνες της ζωής του, με τον πόλεμο ήδη να μαίνεται στην Δυτική Ευρώπη, ο Τρότσκι υπεράσπισε την ιστορική προοπτική του σοσιαλισμού απέναντι σε ένα κλίμα γενικού σκεπτικισμού και απελπισίας. Δεν επιδίωξε να καθησυχάσει τους αμφιταλαντευόμενους οπαδούς του με προβλέψεις για άμεσα επικείμενη επανάσταση.
Αντί να προσφέρει μάλλον μία πρόβλεψη, ο Τρότσκι έθεσε ένα ερώτημα: «Θα χαράξει μακροπρόθεσμα η αντικειμενική ιστορική αναγκαιότητα το δικό της μονοπάτι μέσα στην συνείδηση της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης· δηλαδή, στην πορεία αυτού του πολέμου και εκείνων των βαθειών κραδασμών τους οποίους αναγκαία θα δημιουργήσει, θα διαμορφωθεί μία γνήσια επαναστατική ηγεσία που είναι ικανή να οδηγήσει το προλεταριάτο στην κατάκτηση της εξουσίας;» (12)
Αναγνώρισε ότι οι τόσες ήττες που υπόστηκε η εργατική τάξη είχαν δημιουργήσει εκτεταμένο σκεπτικισμό για τις επαναστατικές της ικανότητες. Υπήρξαν πολλοί που μετατόπισαν την ευθύνη για αυτές τις ήττες μακριά από τους πολιτικούς ηγέτες και πάνω στους ώμους της ίδιας της εργατικής τάξης. Για όσους πίστευαν ότι οι ήττες του παρελθόντος «αποδείκνυαν» πως η εργατική τάξη ήταν ανίκανη να καταλάβει και να διατηρήσει την κρατική εξουσία, η ιστορική θέση της ανθρωπότητας δεν θα μπορούσε να φαίνεται παρά ανέλπιδη. Όμως ενάντια σε αυτή την προοπτική της απελπισίας και της αποθάρρυνσης, ο Τρότσκι πρότεινε μιαν άλλη: «Η υπόθεση παρουσιάζεται εντελώς διαφορετικά σε αυτόν που έχει ξεκαθαρίσει στο μυαλό του την βαθιά εχθρική ένταση ανάμεσα στην οργανική, μύχια, ακατανίκητη παρόρμηση των μαζών να απελευθερωθούν από το αιματηρό χάος του καπιταλισμού και τον συντηρητικό, πατριωτικό, εντελώς αστικό χαρακτήρα της ξεπερασμένης εργατικής ηγεσίας.» (13)
Ο Τρότσκι δεν περίμενε πως θα επιζούσε να δει το τέλος του πολέμου. Θεωρούσε ότι ο Στάλιν θα έκανε τα αδύνατα δυνατά για να τον δολοφονήσει πριν εμπλακεί η Σοβιετική Ένωση σε ανοιχτή σύγκρουση με την Ναζιστική Γερμανία. Στα χαράματα της 24 Μάη 1940 μία Σταλινική δολοφονική συμμορία, υπό την ηγεσία του ζωγράφου Νταβίντ Αλφάρο Σικουέιρος, διείσδυσε στην βίλλα όπου διέμεναν ο Τρότσκι και η Νατάλια. Ο Ρόμπερτ Σέλντον Χάρτε, Σταλινικός πράκτορας ο οποίος εργαζόταν μέσα στο κτιριακό συγκρότημα, είχε ξεκλειδώσει την πύλη της βίλλας. Οι Σταλινικοί δολοφόνοι εισχώρησαν στην κρεβατοκάμαρα του Τρότσκι και της Νατάλιας και εξαπέλυσαν ένα καταιγισμό πυρών με αυτόματα όπλα. Σχεδόν από θαύμα, οι δυο τους επέζησαν από την επίθεση. Ο Τρότσκι όμως ήξερε ότι η επίθεση του Μαΐου δεν θα ήταν η τελευταία. Καταλάβαινε καλύτερα από κανέναν άλλο τον κίνδυνο που αντιμετώπιζε. «Σε μία αντιδραστική εποχή όπως η δική μας,» δήλωσε, «ένας επαναστάτης αναγκάζεται να κολυμπήσει ενάντια στο ρεύμα. Αυτό το κάνω όσο καλύτερα μπορώ. Η πίεση της παγκόσμιας αντίδρασης έχει εκφραστεί μάλλον πιο αμείλικτα στην προσωπική μου μοίρα και την μοίρα αυτών που είναι κοντά μου. Δεν το θεωρώ αυτό σαν κάποιο δικό μου προτέρημα: αυτό είναι το αποτέλεσμα της διαπλοκής των ιστορικών περιστάσεων.» (14)
Στις 20 Αυγούστου 1940 ο Τρότσκι δέχθηκε επίθεση από πράκτορα της Γκε Πε Ου, και πέθανε την επόμενη μέρα από τα τραύματα που είχε υποστεί. Ήταν 60 χρονών.
Μερικούς μήνες μετά την δολοφονία του, ο Μαξ Ήστμαν απότισε γραπτό φόρο τιμής στον Τρότσκι. Δημοσιεύθηκε, αναπάντεχα, στο έγκυρο αστικό περιοδικό Φόρεϊν Αφέαρς. Ο Ήστμαν γνώριζε πολύ καλά τον Τρότσκι για 20 σχεδόν χρόνια. Είχε γράψει την βιογραφία του Τρότσκι και μετάφρασε στα Αγγλικά πολλά από τα πιο σημαντικά του έργα, συμπεριλαμβανόμενης και της Ιστορίας της Ρωσικής Επανάστασης. Ο Ήστμαν δεν ήταν άκριτος θαυμαστής του Τρότσκι. Η σχέση τους είχε σημαδευτεί από περιόδους οξείας διαμάχης. Στην διάρκεια των τελευταίων χρόνων της ζωής του Τρότσκι, ο Ήστμαν αποκήρυξε τις ριζοσπαστικές του τάσεις, απέρριψε οριστικά τον Μαρξισμό και μετακινήθηκε όλο και πιο έντονα προς τα δεξιά. Όταν ο Τρότσκι και ο Ήστμαν συναντήθηκαν στο Μεξικό για τελευταία φορά τον Φλεβάρη του 1940 , δεν ήταν σαν σύντροφοι αλλά σαν παλιοί φίλοι οι οποίοι είχαν κάπως αποξενωθεί. Στο σημείο αυτό, κανένας από τους δύο δεν ενδιαφερόταν να επιχειρήσει να πείσει τον άλλο για την ορθότητα της δικής του θέσης.
Το γεγονός ότι ο Ήστμαν δεν ήταν πια πολιτικά συνδεδεμένος με τον Τρότσκι προικίζει το τελευταίο του αφιέρωμα με εξαιρετική αποδεικτική αξία. Το επιμνημόσυνο δοκίμιο του με τίτλο: «Ο Χαρακτήρας και η Μοίρα του Λέων Τρότσκι,» άρχιζε ως εξής:
Ο Τρότσκι ορθώθηκε ένδοξα ενάντια στα χτυπήματα της μοίρας τα τελευταία αυτά δεκαπέντε χρόνια – τον υποβιβασμό, την απόρριψη, την εξορία, την συστηματοποιημένη συκοφαντική παραποίηση, την προδοσία από αυτούς που τον είχαν κατανοήσει, τις επανειλημμένες απόπειρες κατά της ζωής του από αυτούς που δεν τον κατανόησαν ποτέ, την βεβαιότητα της τελικής δολοφονίας. Οι συνεργάτες του, οι γραμματείς του, οι συγγενείς του, τα ίδια του τα παιδιά, καταδιώχτηκαν μέχρι θανάτου από έναν χλευαστικό και σαδιστικό εχθρό. Υπόφερε προσωπικά πέρα από κάθε περιγραφή, όμως ποτέ δεν χαλάρωσε την μεγαλειώδη πειθαρχία του. Δεν έχασε ποτέ την εγρήγορση του ούτε για ένα ελάχιστο δευτερόλεπτο, δεν επέτρεψε ποτέ σε κανένα χτύπημα να αμβλύνει το κοφτερό μυαλό του, την λογική του ή το λογοτεχνικό του ύφος. Κάτω από δοκιμασίες που θα έστελναν σχεδόν κάθε άλλο δημιουργικό καλλιτέχνη σε νοσοκομείο για νευροπαθείς και από εκεί στον τάφο, ο Τρότσκι σταθερά ανάπτυσσε και βελτίωνε την τέχνη του. Η ημιτελής βιογραφία του για τον Λένιν, που είχα μεταφράσει ένα μέρος της, θα ήταν το αριστούργημα του. Μας έδωσε, σε μία εποχή που η ανθρώπινη φυλή μας απεγνωσμένα χρειάζεται τέτοια τονωτικά, το όραμα ενός ανθρώπου.
Για αυτό δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία όπως επίσης δεν υπάρχει για την μεγάλη θέση του στην ιστορία. Το όνομα του θα ζήσει, μαζί με αυτό του Σπάρτακου και των Γράκχων, του Ροβεσπιέρου και του Μαρά, σαν ένας υπέρτατος επαναστάτης, ένας τολμηρός αρχηγός των μαζών σε εξέγερση. (15)
Αυτά τα λόγια παρέχουν μία αίσθηση της διαρκούς σημασίας της ζωής του Τρότσκι. Ο Ήστμαν έλεγε στους αναγνώστες του πως τον Τρότσκι θα τον θυμούνται σε 2.000 χρόνια σαν έναν από τους μεγάλους αγωνιστές για την ανθρώπινη ελευθερία.
Όμως εδώ είμαστε, 70 χρόνια μετά την δολοφονία του Τρότσκι, στο μέσο μιας πολιτικά αντιδραστικής και διανοητικά ανέντιμης εκστρατείας η οποία επιχειρεί να του στερήσει την «μεγάλη του θέση στην ιστορία.» Η έκδοση της βιογραφίας του Ρόμπερτ Σέρβις για τον Τρότσκι είναι ένα ορόσημο σε αυτή την εκστρατεία ιστορικής διαστρέβλωσης και πλαστογράφησης, που ο δηλωμένος στόχος της είναι η απαξίωση των έργων και των ιδεών της καίριας αυτής μορφής στην σύγχρονη ιστορία.
Πριν προχωρήσουμε σε μία κριτική του Τρότσκι του Σέρβις, είναι αναγκαίο να κάνουμε λίγες προκαταρκτικές παρατηρήσεις για την αντιμετώπιση του Τρότσκι από ιστορικούς μέσα και έξω από την ΕΣΣΔ. Φυσικά, μέσα στην ΕΣΣΔ κατά την δικτατορία του Στάλιν ο Τρότσκι είχε εντελώς αναθεματιστεί. Από την αρχή της δεκαετίας του 1920, ο πολιτικός αγώνας που διεξάχθηκε από την ανερχόμενη Σοβιετική γραφειοκρατία ενάντια στον Τρότσκι ξεκίνησε, πρώτα και κύρια, βασισμένη στην πλαστογράφηση της ιστορίας: για την διαμόρφωση του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος, για την παρατεταμένη διαμάχη ανάμεσα στις παρατάξεις των Μπολσεβίκων και των Μενσεβίκων, για τον ρόλο των διάφορων τάσεων και ατόμων σε αυτό τον γενικά εξημμένο αγώνα, και τέλος, για την Οκτωβριανή Επανάσταση. Ο ρόλος του Τρότσκι στο τελευταίο γεγονός και στον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε, ήταν τόσο τεράστιος που η εκστρατεία της δυσφήμησης του, η οποία άρχισε στα σοβαρά το 1923, απαίτησε την συστηματική πλαστογράφηση της ιστορίας.
Η εκστρατεία των ψεμάτων άρχισε το 1923-1924 με την κατηγορία ότι ο Τρότσκι «υποτιμούσε την αγροτιά.» Αυτός ο παράλογος ισχυρισμός, ο οποίος αντικατόπτριζε προγραμματικές διαφορές πριν το 1917, όπως επίσης και εμφανιζόμενες διαμάχες μέσα στο Σοβιετικό κράτος πάνω στην οικονομική και εξωτερική πολιτική, δημιούργησαν το πλαίσιο για μία γενικευμένη επίθεση ενάντια στην Θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης του Τρότσκι, η οποία είχε παράσχει τα στρατηγικά θεμέλια για την κατάκτηση από τους Μπολσεβίκους της κρατικής εξουσίας με στόχο την παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση. Ο αγώνας κατά του Τρότσκι αντανακλούσε την αποκήρυξη του διεθνιστικού προγράμματος της Οκτωβριανής Επανάστασης από μία γραφειοκρατία η οποία συγκέντρωνε την προσοχή της όλο και περισσότερο στην υπεράσπιση των κοινωνικών της προνομίων μέσα σε ένα εθνικό πλαίσιο. Έτσι υπήρχε μια συμβιωτική σχέση ανάμεσα στις όλο και περισότερο εκδικητικές καταγγελίες των δήθεν αιρέσεων του Τρότσκι – στηριζόμενες από την διαστρέβλωση των φατριαστικών συγκρούσεων ανάμεσα στον Τρότσκι και τον Λένιν πριν το 1917 – και την διακήρυξη του προγράμματος του «σοσιαλισμού σε μία χώρα.» Τα ψέματα που άρχισαν το 1923 οδήγησαν σε τραγικές συνέπειες. Όπως έγραψε ο Τρότσκι το 1937, οι νομικές σκευωρίες των Δικών της Μόσχας είχαν την πηγή τους σε δήθεν «ασήμαντες» ιστορικές διαστρεβλώσεις.
Ακόμα και μετά το ξεσκέπασμα των εγκλημάτων του Στάλιν το 1956, η Σοβιετική γραφειοκρατία αντιστάθηκε απεγνωσμένα στην ιστορική και πολιτική αποκατάσταση του Τρότσκι. Αν και δεν ισχυριζόταν πλέον επίσημα πως ήταν σε σύμπραξη με την Γκεστάπο, το Σοβιετικό καθεστώς και οι σύμμαχοι του υπεράσπιζαν και υποστήριζαν τον αγώνα κατά του «Τροτσκισμού» που είχε διεξαχθεί από τον Στάλιν την δεκαετία του 1920. Η συστηματική πλαστογράφηση του ρόλου του Τρότσκι στην ιστορία του Ρωσικού σοσιαλισμού, στην ηγεσία της Οκτωβριανής Επανάστασης, στην δημιουργία του Κόκκινου Στρατού και στην νίκη του στον Εμφύλιο Πόλεμο και, πάνω από όλα, στον αγώνα κατά της Σοβιετικής γραφειοκρατίας, συνεχίστηκε – ακόμη και μέχρι την διάλυση της ΕΣΣΔ. Ο κ. Σέρβις ισχυρίζεται ότι ο Γκορμπατσώφ διέταξε την μεταθανάτια αποκατάσταση του Τρότσκι το 1988. [2] Αυτό είναι μόνο ένα από τα αναρίθμητα λάθη του καθηγητή Σέρβις. Ο Τρότσκι δεν αποκαταστάθηκε ποτέ επίσημα από την Σοβιετική κυβέρνηση.
Έξω από την ΕΣΣΔ, η μεταχείριση του Τρότσκι ήταν πολύ διαφορετική. Ο ρόλος που έπαιξε η τριλογία του Ισαάκ Ντόιτσερ – Ο Οπλισμένος, Άοπλος, και Εξόριστος Προφήτης στην εκ νέου αφύπνιση του ενδιαφέροντος για τον Τρότσκι είναι πολύ γνωστός. Όμως πρέπει να σημειωθεί πως η εξιστόριση από τον Ντόιτσερ της αξιοσημείωτης ζωής του Τρότσκι βρήκε ένα δεκτικό κοινό μέσα σε ένα ευρύ φάσμα μελετητών οι οποίοι, παρόλο που ήταν συνήθως εχθρικοί προς τον Μαρξισμό, αποδέχονταν σαν αναμφισβήτητο γεγονός τον γιγάντιο ρόλο του στην ιστορία του εικοστού αιώνα. Έτσι, ακόμα και ένας ιστορικός τόσο δυσμενής προς τις ιδέες του Τρότσκι όσο ο Ρίτσαρντ Πάιπς μπορούσε να παραδεχθεί απρόθυμα, σε μία κριτική του «υπέροχου» δεύτερου τόμου του Ντόιτσερ: «Ο Τρότσκι διέθετε χωρίς αμφιβολία θάρρος και διανοητική ειλικρίνεια σε έντονη αντίθεση με τους άλλους διεκδικητές του μανδύα του Λένιν οι οποίοι ήταν άνανδροι και δόλιοι σε απίστευτο βαθμό.» (16)
Η αυξανόμενη εκτίμηση του ρόλου του Τρότσκι στη Σοβιετική ιστορία δεν οφείλεται, σε καμμία περίπτωση, μόνο στην βιογραφία του Ντόιτσερ. Τα έργα άλλων σημαντικών ιστορικών στις δεκαετίες του 1950, 1960 και 1970 συνέβαλαν σε μία σημαντική εμβάθυνση της κατανόησης της Ρωσικής επαναστατικής ιστορίας και του ρόλου του Τρότσκι μέσα σε αυτήν. Ιδιαίτερης σημασίας ήταν το έργο μελετητών όπως ο Ε. Χ. Καρρ, Λεοπόλντ Χάιμσον, Μόσε Λέουιν, Αλεξάντερ Ραμπίνοβιτς, Ρίτσαρντ Μπ. Ντέι, Πιέρ Μπρουέ, Ρόμπερτ Β. Ντάνιελς, Μαρσέλ Λίμπμαν και Μπαρούχ Κνάι-Παζ.
Αξιοσημείωτα, μία θεμελιακή αλλαγή στην αντιμετώπιση του Τρότσκι έγινε φανερή στα τελευταία χρόνια της ΕΣΣΔ και στα χρόνια μετά την διάλυση της. Αρχικά, καθώς η κρίση του Σταλινικού καθεστώτος φούντωνε μέσα στην ΕΣΣΔ, ήταν αναπόφευχτο ότι οι παλιές ιστορικές πλαστογραφήσεις θα έχαναν την αξιοπιστία τους. Η διαδικασία αυτή, θα μπορούσε να περιμένει κανείς, θα λειτουργούσε ευνοϊκά για την ιστορική φήμη του Τρότσκι. Σίγουρα, μετά το 1956, αντικαθεστωτικά στοιχεία διψούσαν για οποιαδήποτε πληροφορία μπορούσαν να βρούν για αυτόν. Ωστόσο, από τη δεκαετία του 1970 και μετά, η κίνηση των Σοβιετικών διανοούμενων ήταν προς τα δεξιά. Το Αρχιπέλαγος Γκούλαγκ του Σολζενίτσιν, το οποίο έδωσε λίγη σημασία στην αριστερή αντίσταση κατά του Σταλινισμού, έγινε το πιο σημαντικό κείμενο του αντικαθεστωτικού κινήματος. Η αντίθεση αυτού του κινήματος δεν απέρριπτε τον Σταλινισμό σαν διαστροφή του Μαρξισμού· απέρριπτε, μάλλον, τον Μαρξισμό και ολόκληρο του επαναστατικό πρόγραμμα. Έτσι, μέσα στην «αντικαθεστωτική» λογοτεχνία της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές του 1980, η μεταχείριση του Τρότσκι ήταν αισθητά εχθρική.
Γενικά η έμφαση δινόταν όχι στην αντίθεση του στον Σταλινισμό, αλλά στην υποτιθέμενη συνέχεια μεταξύ των πολιτικών του Τρότσκι και αυτών που εφάρμοσε ο Στάλιν μετά την εκδίωξη του Τρότσκι από το Κομμουνιστικό Κόμμα και την εξορία του από την ΕΣΣΔ. Η τάση αυτή έγινε ιδιαίτερα έντονη την εποχή του Γκορμπατσώφ, όταν, για πρώτη φορά, αυθεντικά ιστορικά ντοκουμέντα σχετικά με τον ρόλο του Τρότσκι, συμπεριλαμβανόμενων και ορισμένων βιβλίων του, έγινα διαθέσιμα. Σαν να επιχειρούσαν να αντιστρέψουν την θετική εντύπωση που αυτά τα κείμενα και βιβλία θα έκαναν σε ένα κοινό που ρωτούσε εάν είχε υπάρξει εναλλακτικό πρόγραμμα στον Στάλιν και τον Σταλινισμό, η νέα αντίθεση προς τον Τρότσκι πήρε τη μορφή δυσμενών σχολιασμών για το χαρακτήρα του. Μία άλλη ολοένα και πιο συνήθης μορφή που πήρε ο αντι-Τροτσκισμός στα τελευταία χρόνια της ΕΣΣΔ, και αμέσως μετά την διάλυση της, ήταν η αδέξια και απροκάλυπτα αντι-Σημιτική έμφαση στην Εβραϊκή προέλευση του Τρότσκι.
Το αντιδραστικό περιβάλλον της πολιτικής θριαμβολογίας που ακολούθησε μετά την κατάρρευση του Σταλινικού καθεστώτος το 1991 εκφραζόταν εξίσου έντονα στην αντιμετώπιση του Τρότσκι έξω από την πρώην ΕΣΣΔ. Ξεκίνησε μία εκστρατεία με σκοπό την υπονόμευση και ακόμη και την καταστροφή της ιστορικής εικόνας του Τρότσκι σαν του εκπρόσωπου μιας ιστορικής εναλλακτικής στον Σταλινισμό. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, το Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης επιδότησε την έκδοση του Περιoδικού Μελετών για τον Τρότσκι (Journal of Trotsky Studies). Καθώς έγινε σύντομα φανερό, ο στόχος του περιοδικού αυτού ήταν η δυσφήμιση του Τρότσκι με την προβολή του ισχυρισμού ότι ήταν ανάξιος της ιστορικής του φήμης, ότι αυτή βασιζόταν σε μία εντελώς μη κριτική αποδοχή μιας αφήγησης βασισμένης στα γραπτά του Τρότσκι. Τα γραπτά αυτά, σύμφωνα με τον ισχυρισμό, ήταν ιδιοτελή ακόμα και αναληθή. Ο κύριος στόχος της επίθεσης αυτής ήταν η αυτοβιογραφία του Τρότσκι, Η Ζωή μου, η οποία είχε αποκτήσει, για πολλές δεκαετίες, αναγνώριση σαν αριστούργημα της λογοτεχνίας του εικοστού αιώνα.
Κάθε πτυχή της σταδιοδρομίας του Τρότσκι – όπως είχε παρουσιαστεί στην αυτοβιογραφία του και στα έργα άλλων ιστορικών – αμφισβητήθηκε. Ηγήθηκε ο Τρότσκι στην εξέγερση του Οκτώβρη; Όχι, πέρασε την κρίσιμη βραδιά της κατάληψης της εξουσίας από τους Μπολσεβίκους εκτελώντας ασήμαντα καθήκοντα γραμματέα. Ηγήθηκε ο Τρότσκι στην νίκη του Κόκκινου Στρατού; Όχι, ήταν ένας κενόδοξος φιγουρατζής που αρεσκόταν να περπατάει καμαρωτά φορώντας στρατιωτική στολή. Ήταν αντίθετος ο Τρότσκι στην γραφειοκρατία; Όχι, ήταν ένας μανιώδης σεκταριστής και ταραχοποιός που του άρεσε απλά να λογομαχεί.
Ο κύριος ειδικός για αυτό το είδος επανασυγγραφής της ιστορίας ήταν ο Ίαν Θάτσερ ο οποίος διατέλεσε συντάκτης (μαζί με τον Τζέιμς Ουάιτ) του Περιοδικού Μελετών για τον Τρότσκι στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης πριν μετακινηθεί στο Πανεπιστήμιο του Λέστερ και αργότερα στο Πανεπιστήμιο Μπρουνέλ στο Δυτικό Λονδίνο. Η σταδιοδρομία του Θάτσερ έχει σχεδόν εντελώς βασιστεί πάνω στην δημιουργία μιας καινούργιας σχολής αντι-Τροτσκιστικής πλαστογράφησης. Το αποκορύφωμα των προσπαθειών του στον τομέα αυτό ήταν η συγγραφή μιας βιογραφίας του Τρότσκι που εκδόθηκε απο τον οίκο Ράουτλετζ το 2003. Δεν υπάρχει λόγος να αφιερώσω χρόνο σήμερα στο έργο του Θάτσερ, εφόσον έχω ήδη γράψει μια εκτενή ανάλυση αυτής της άθλιας ανθολογίας διαστρεβλώσεων και ψεμάτων. (17) Είναι σχετικός με την σημερινή συζήτηση μόνο σαν ο πρόδρομος και ο κύριος εμπνευστής της βιογραφίας του Ρόμπερτ Σέρβις. Ο κ. Σέρβις αποδίδει ιδιαίτερη τιμή στον Θάτσερ στον πρόλογό του. «Ο Ίαν,» γράφει, «έχει αφιερώσει την καριέρα του γράφοντας για τον Τρότσκι· εκτιμώ την γενναιοδωρία του πνεύματος που έδειξε με την λεπτομερή εξέταση που έκανε στο προσχέδιο μου και με τις υποδείξεις του.» [xx] Πράγματι, το «πνεύμα» του Ίαν Θάτσερ είναι διάχυτο μέσα στην βιογραφία του Σέρβις. Με τον ισχυρισμό του ότι το έργο του ξεσκεπάζει την «υπεκφυγή και αυτοπροβολή» στην αυτοβιογραφία του Τρότσκι, ο Σέρβις δανείζεται πλήρως την βασική του προσέγγιση από τον Θάτσερ.
«Η Πλήρης σε Έκταση Βιογραφία»
Στην εισαγωγή του βιβλίου, ο Σέρβις το περιγράφει σαν «η πρώτη σε πλήρη έκταση βιογραφία του Τρότσκι γραμμένη από κάποιον έξω από τη Ρωσία ο οποίος δεν είναι Τροτσκιστής.» [xxi]
Τί σημαίνει ο όρος «σε πλήρη έκταση»; Απλά ότι είναι ογκώδης; Γενικά ο όρος «σε πλήρη έκταση βιογραφία» υπονοεί όχι απλά την έκταση ενός βιβλίου αλλά, επιπλέον το εύρος και το βάθος του. Κάθε σημαντική βιογραφία εξετάζει το αντικείμενο της μέσα στο πλαίσιο της εποχής στην οποία έζησε. Δεν εξιστορεί μόνο τις πράξεις του ατόμου, αλλά επιπλέον εξετάζει την προέλευση και την διαμόρφωση της σκέψης του. Προσπαθεί να αποκαλύψει και να εξηγήσει τις επιρροές, αντικειμενικές και υποκειμενικές, οι οποίες διαμόρφωσαν τα συναισθηματικά και διανοητικά χαρακτηριστικά του αντικειμένου της. Η βιογραφία του Σέρβις δεν κάνει τίποτε από αυτά – και όχι απλά επειδή ο συγγραφέας της είναι παθολογικά εχθρικός στο αντικείμενο του (παρόλο που αυτό είναι, πράγματι, ένα σοβαρό μειονέκτημα). Το γεγονός είναι ότι ο κ. Σέρβις απλά δεν γνωρίζει αρκετά για τη ζωή και τη σκέψη του Τρότσκι. Ελάχιστος χρόνος και διανοητική προσπάθεια καταναλώθηκε στην προετοιμασία αυτού του βιβλίου για να μπορεί να είναι οτιδήποτε άλλο πέρα από ένα τσαπατσούλικο έργο (hack-work).
Ο πραγματικός μελετητής ο οποίος κατέχει τις αναγκαίες γνώσεις, την τόλμη και ίσως ακόμη και μία ριψοκίνδυνη διάθεση για να επιχειρήσει μία «σε πλήρη έκταση» βιογραφία μιας μεγάλης ιστορικής μορφής πρέπει να είναι έτοιμος, στο σημείο που αυτό είναι εφικτό, να αναπαραστήσει στο δικό του (ή το δικό της) μυαλό την ζωή του αντικειμένου του. Η ανάληψη ενός τέτοιου έργου είναι, συνήθως, εξαιρετικά εξαντλητική για τον βιογράφο, απαιτώντας συχνά χρόνια μελέτης, έρευνας και συγγραφής. Είναι τόσο διανοητικά όσο και συναισθηματικά απαιτητικό – τόσο για τον συγγραφέα όσο και για εκείνους με τους οποίους ζει και εργάζεται. Για αυτό τόσοι πολλοί ιστορικοί συμπεριλαμβάνουν στους πρόλογους τους ή τις εισαγωγές τους εκφράσεις ευγνωμοσύνης στον συζύγο ή την σύζυγο τους, τα παιδιά, τους φίλους και συναδέλφους τους οι οποίοι έδωσαν διανοητική, ηθική και συναισθηματική υποστήριξη.
Θα μπορούσε κάποιος να αναφέρει σαν παράδειγμα της διαδικασίας αυτής την συγγραφή της βιογραφίας του Γκ. Β. Πλεχάνωφ από τον καθηγητή Σάμιουελ Μπάρον. Πολλά χρόνια μετά την έκδοση του βιβλίου αυτού το 1963, ο Μπάρον έγραψε ένα δοκίμιο όπου περιέγραψε το μαρτύριο μέσα από το οποίο είχε περάσει. Η εργασία είχε ξεκινήσει το 1948, όταν ο Μπάρον επέλεξε να κάνει μία από τις πτυχές του έργου του Πλεχάνωφ το αντικείμενο της διδακτορικής του διατριβής. Η ολοκλήρωση της πήρε τέσσερα χρόνια. Όμως ο Μπάρον έκρινε ότι η διατριβή αυτή ήταν πολύ στενά εστιασμένη για να αξίζει να δημοσιευθεί:
[Έτσι λοιπόν] με μία ανεπαρκή εκτίμηση των επιπτώσεων αποφάσισα να γράψω μία πλήρη σε έκταση βιογραφία. Επειδή οι πηγές ήταν τόσο ογκώδεις, το αντικείμενο τόσο πολύπλοκο, και ο ελεύθερος χρόνος μου τόσο περιορισμένος, χρειάστηκαν έντεκα χρόνια για να φέρω σε πέρας όλο το έργο. Στην διάρκεια των χρόνων αυτών, παρόλο που ήμουν επιβαρυμένος με ένα βαρύ διδακτικό φορτίο και με την φροντίδα του σπιτιού και της οικογένειας μου, ο Πλεχάνωφ σπάνια έφευγε από το μυαλό μου. Πέρασα πολλές βραδιές στη διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους, τα σαββατοκύριακα, τις αργίες και τις διακοπές γράφοντας και ερευνώντας ... Οι ώρες που κοιμόμουν όπως και αυτές που ήμουν ξύπνιος ήταν γεμάτες με συλλογισμούς και διαθλάσεις του αντικειμένου μου. Το έργο το οποίο ανέθεσα στον εαυτό μου φαινόταν τόσο ατελείωτο που πολλές φορές αναρωτιόμουν φωναχτά εάν θα με τελείωνε προτού το τελειώσω. Παρόλα αυτά ούτε που σκεφτόμουνα να τα παρατήσω, διότι είχα ήδη επενδύσει πολλά, και έτσι συνέχισα με πείσμα το Σισύφειο Έργο μου. (18)
Πόσο καιρό πήρε στον καθηγητή Σέρβις να ερευνήσει και να γράψει την βιογραφία του για τον Τρότσκι; Ο τελευταίος του μεγάλος τόμος, ένα φλύαρο και υποτυπώδες έργο, με τίτλο Σύντροφοι: Μία Ιστορία του Παγκόσμιου Κομμουνισμού (Comrades: A History of World Communism), εκδόθηκε το 2007. Πριν από αυτό, ο Σέρβις εξέδωσε, το 2004, μία βιογραφία για τον Στάλιν. Δεν θα μιλήσω εδώ για την ποιότητα αυτών των έργων, παρά μόνο για να δηλώσω, εντελώς σύντομα, πως και τα δύο ήταν απερίγραπτα άθλια. Όμως ας αφήσουμε αυτό το θέμα για μία άλλη φορά. Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ είναι ότι ο Σέρβις δημοσίευσε την «σε πλήρη έκταση» βιογραφία του για τον Τρότσκι μόνο δύο χρόνια μετά την έκδοση του βιβλίου του Ιστορία του Παγκόσμιου Κομμουνισμού. Σε εκείνο το σημείο, κρίνοντας από το περιεχόμενο του προηγούμενου τόμου, οι γνώσεις του Σέρβις για την ζωή του Τρότσκι ήταν πολύ περιορισμένες. Οι αναφορές στον Τρότσκι είναι πρόχειρου χαρακτήρα και περιέχουν αρκετά εξόφθαλμα αντικειμενικά λάθη. Έκανε λάθος στην ημερομηνία την πρώτης απόπειρας δολοφονίας του Τρότσκι από τον Ντάβιντ Αλφάρο Σικέιρος. Έγινε τον Μάιο του 1940, όμως ο Σέρβις γράφει ότι έγινε τον Ιούνιο. Ακόμα πιο εκπληκτικό είναι το γεγονός ότι έκανε λάθος στην ημερομηνία του θανάτου του Τρότσκι.
Όμως δύο μόνο χρόνια μετά την έκδοση του Σύντροφοι, ο Τρότσκι του Σέρβις εμφανίστηκε στα βιβλιοπωλεία. Ας αναλογιστούμε τί συνεπάγεται η συγγραφή μιας βιογραφίας για τον Τρότσκι. Η πολιτική του σταδιοδρομία διάρκεσε 43 χρόνια. Έπαιξε μεγάλο ρόλο, σαν πρόεδρος του Σοβιέτ της Πετρούπολης, στην Επανάσταση του 1905. Το 1917, αφού επέστρεψε στην Ρωσία και έγινε μέλος του Μπολσεβίκικου Κόμματος, ο Τρότσκι έγινε πάλι ο πρόεδρος του Σοβιέτ της Πετρούπολης. Έγινε επίσης πρόεδρος της Στρατιωτικής Επαναστατικής Επιτροπής, η οποία, κάτω από την καθοδήγηση του, οργάνωσε και ηγήθηκε τον Οκτώβρη του 1917 στην εξέγερση που έφερε την εργατική τάξη στην εξουσία. Έγινε, το 1918, ο Κομμισσάριος για Στρατιωτικές Υποθέσεις, και, από αυτή την θέση, έπαιξε τον κυρίαρχο ρόλο στην οργάνωση και διοίκηση του Κόκκινου Στρατού. Μεταξύ του 1919 και 1922, ο Τρότσκι ήταν, δίπλα στον Λένιν, η πιο ισχυρή πολιτική μορφή στην Κομμουνιστική Διεθνή. Ξεκινώντας στα τέλη του 1923, με την συγκρότηση της Αριστερής Αντιπολίτευσης, αναδείχθηκε η κεντρική μορφή στην αγώνα κατά της Σταλινικής γραφειοκρατίας. Μετά την απέλαση του από την Σοβιετική Ένωση το 1929, ο Τρότσκι ενέπνευσε την συγκρότηση της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης και, μεταξύ του 1933 και 1938 επεξεργάστηκε τα θεωρητικά και προγραμματικά θεμέλια της Τέταρτης Διεθνούς.
Πέρα από το τεράστιο φάσμα της πολιτικής και πρακτικής του δράσης, ο Τρότσκι ήταν ένας από του πιο παραγωγικούς συγγραφείς του εικοστού αιώνα. Έχει εκτιμηθεί πως μία πλήρης συλλογή των δημοσιευμένων γραπτών του θα ξεπερνούσε άνετα τους 100 τόμους. Ακόμα και σήμερα, ένα ουσιαστικό μέρος των γραπτών του, ανάμεσα τους επιστολές και ημερολογιακές σημειώσεις, δεν έχουν δημοσιευθεί ή μεταφραστεί στα αγγλικά. Το θέμα είναι ότι η συγγραφή μιας σοβαρής σε πλήρη έκταση βιογραφίας για τον Τρότσκι είναι ένα έργο που θα απαιτούσε χρόνια αυστηρά πειθαρχημένης εργασίας από έναν προσεκτικό μελετητή.
Επιπλέον, ο βιογράφος θα πρέπει να είναι βαθύς γνώστης του ιστορικού και κοινωνικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζούσε το πρόσωπο με το οποίο ασχολείται, και το πολιτικό και θεωρητικό υπόστρωμα που διαμόρφωσε τα θεμέλια των απόψεων του. Ο καθηγητής Σέρβις δίνει μεγάλη σημασία στο γεγονός ότι η βιογραφία του δεν έχει γραφτεί από Τροτσκιστή, και αναφέρεται υποτιμητικά στον εκλιπόντα Πιέρ Μπρουέ, ο οποίος ήταν πολιτικά συνδεδεμένος με το Τροτσκιστικό κίνημα, σαν «ειδωλολάτρη.» [xxi] Πέρα από το γεγονός πως ο Μπρουέ ήταν, τελείως ξέχωρα από τις πολιτικές του δεσμεύσεις, ένας έξοχος ιστορικός, υπάρχει ένας πολύ καλός λόγος που εξηγεί γιατί η προσωπική του ανάμειξη με την σοσιαλιστική πολιτική, όπως και αυτή του Ντόιτσερ (ο οποίος δεν ήταν Τροτσκιστής), ήταν σημαντικό πλεονέκτημα στην συγγραφή μιας βιογραφίας για τον Τρότσκι. Ο Μπρουέ και ο Ντόιτσερ, είχαν, ακόμα και πριν ξεκινήσουν το έργο τους, μία πραγματική εξοικείωση με την Μαρξιστική και σοσιαλιστική κουλτούρα, η οποία αποκτήθηκε στη διάρκεια πολλών δεκαετιών πολιτικής δραστηριότητας.
Ο Σέρβις δεν κατέχει κανένα από τα προσόντα που χρειάζονται για την συγγραφή μιας βιογραφίας για τον Τρότσκι. Πρέπει να κάνουμε την παραχώρηση ότι η έλλειψη προσωπικής ανάμειξης στο Μαρξιστικό κίνημα δεν αποτελεί αναγκαία απόλυτο εμπόδιο στην συγγραφή μιας τέτοιας βιογραφίας. Πράγματι, μπορεί ακόμα και να αφήσει περιθώριο για ένα βαθμό φιλολογικής «αποστασιοποίησης», την οποία ένας πιο πολιτικά δεσμευμένος ιστορικός θά την αποκτούσε πιο δύσκολα. Όμως ο καθηγητής Σέρβις δεν είναι ούτε ουδέτερος ούτε πολιτικά αδέσμευτος. Έχοντας επιλέξει να χαρακτηρίσει τον εκλιπόντα Μπρουέ σαν «ειδωλολάτρη», ο Σέρβις μπορεί να χαρακτηριστεί, με πολύ μεγαλύτερη δικαιολόγηση, σαν «μισητής.» Και το μίσος, ιδίως όταν έχει υποκειμενικό και εκδικητικό χαρακτήρα, όπως και το μίσος που τόσο φανερά ωθεί τον Σέρβις, είναι ασυμβίβαστο με την αληθινή επιστήμη. Επιπλέον, υπάρχει ένα ακόμη ελάττωμα το οποίο καθιστά τον κ. Σέρβις ακατάλληλο σαν βιογράφο και ιστορικό – και αυτό είναι η πλήρης έλλειψη διανοητικής ακεραιότητας και περιέργειας.
Έχω ήδη γράψει μία μακροσκελή κριτική της βιογραφίας του καθηγητή Σέρβις η οποία διανεμήθηκε ευρύτατα τον Νοέμβρη στο ετήσιο συνέδριο του Αμερικάνικου Συνδέσμου για την Προώθηση των Σλαβικών Μελετών (Αmerican Association for the Advancement of Slavic Studies [AAASS]). (19) Μερικές χιλιάδες ειδικοί στον τομέα της Ρωσικής ιστορίας είχαν παραβρεθεί. Ένας σημαντικός αριθμός ιστορικών έλαβαν και διάβασαν την κριτική μου. Σε μετέπειτα συζητήσεις, μερικοί από τους ιστορικούς εξέφρασαν κάποια αποδοκιμασία για τον σκληρό της τόνο. Όμως κανένας δεν με έχει αμφισβητήσει ή με έχει διαψεύσει πάνω σε ένα μοναδικό ζήτημα για κάποιο πραγματικό γεγονός.
Αυτή η δημοσιευμένη κριτική, «Στην Υπηρεσία της Ιστορικής Πλαστογράφησης,» ήταν πάνω από 10.000 λέξεις. Μπορεί να διερωτηθεί κάποιος: τί παραπάνω απομένει να ειπωθεί για το βιβλίο του Σέρβις; Η αλήθεια είναι πως η αρχική μου κριτική μόλις που έθιξε ένα μικρό μέρος από τις πλαστογραφήσεις, διαστρεβλώσεις, μισές αλήθειες και ξεκάθαρα ψέματα.
Δεν σκοπεύω σήμερα απλά να επαναλάβω τα σημεία που έχω ήδη θέσει. Θα ξαναρχίσω όμως την απαρίθμηση των διαστρεβλώσεων του καθηγητή Σέρβις επιστρέφοντας στο θέμα που παίζει έναν τόσο κεντρικό ρόλο στην βιογραφία του για τον Τρότσκι – δηλαδή, την Εβραϊκή προέλευση του Τρότσκι. Όπως δήλωσα στην προηγούμενη κριτική μου: «Η επίμονη απασχόληση του Σέρβις με το θέμα αυτό έχει, για να το πούμε ωμά, κάτι το δυσάρεστο και ύποπτο. Το γεγονός ότι ο Τρότσκι ήταν Εβραίος κατέχει κεντρική θέση στην βιογραφία του Σέρβις. Ποτέ δεν απομακρύνεται από τον νου του. Υπενθυμίζει επανειλημμένα το γεγονός αυτό στους αναγνώστες του σαν να ανησυχεί μήπως ξεφύγει από την προσοχή τους.» (20) Όπως σημείωσα, οι περιγραφές του για τον Τρότσκι βρίθουν με εθνικά στερεότυπα (π.χ. ο Τρότσκι «ήταν αυθάδης στην εξυπνάδα του, ευθαρσής στις απόψεις του. Κανείς δεν μπορούσε να τον φοβίσει. Ο Τρότσκι είχε τα χαρακτηριστικά αυτά σε μεγαλύτερο βαθμό από τους περισσότερους άλλους Εβραίους ... », « ... δεν ήταν καθόλου ο μόνος Εβραίος που φανερά είχε τις ευκαιρίες για αυτοβελτίωση στον δημόσιο χώρο ... » [202], «η πραγματική του μύτη δεν ήταν ούτε μακριά ούτε γαμψή» και ούτω καθεξής).
Μία από τις αγαπημένες τεχνικές τους Σέρβις είναι να παρουσιάζει ανοιχτά αντι-Σημιτικές συμπεριφορές χωρίς καμμία παραπομπή , όπως, «προβαλλόταν μάλιστα πλατιά η κατηγορία ότι οι Εβραίοι κυριαρχούσαν μέσα στο Μπολσεβίκικο Κόμμα.» [205]. Προβαλλόταν από ποιούς; Η σκόπιμη χρήση της παθητικής φωνής για να παρουσιάσει μία θέση δίχως μία παραπομπή που να προσδιορίζει σωστά την πηγή επιτρέπει στον Σέρβις να εισαγάγει μία προσβλητική αντι-Σημιτική δήλωση χωρίς να αναλαμβάνει καμμία ευθύνη για αυτήν. Αυτό δεν είναι ένα αθώο λάθος. Υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες οι οποίοι διέπουν την επιστημονική μελέτη. Ο Σέρβις, ο οποίος έχει εργαστεί σαν επαγγελματίας ιστορικός για δεκαετίες, παραβιάζει τους κανόνες αυτούς σκόπιμα και επανειλημμένα.
Θα ήθελα να επισημάνω άλλο ένα παράδειγμα των προσπαθειών του Σέρβις να τονίσει τις Εβραϊκές ρίζες του Τρότσκι στο οποίο δεν έχω αναφερθεί προηγουμένως. Και αυτό είναι η επίμονη αναφορά του στο νεαρό άτομο σαν «Λέιμπα Μπρόνσταϊν.» Ο Σέρβις γράφει πως «ο Τρότσκι ήταν ο Λέιμπα Μπρόνσταϊν μέχρι τα εικοσι-τρία του χρόνια πριν υιοθετήσει το περίφημο ψευδώνυμο του.»[11] Έτσι, λοιπόν, για τις πρώτες 40 σελίδες της βιογραφίας, αναφέρεται στον νέο μόνο σαν «Λέιμπα». Τελικά, στην σελίδα 41, ο Σέρβις ανακοινώνει μία κρίσιμη καμπή. Ο «Λέιμπα» ήδη δεκαοχτώ χρονών και αυξανόμενα αναμειγμένος σε επαναστατικές δραστηριότητες, έκανε καινούργιες γνωριμίες στην επαρχιακή πόλη Νικολάγιεφ: τους Ιλία Σοκολόφκσι, Αλεξάντρα Σοκολόφσκαγια και Γκριγκόρι Ζίβ. Ήταν όλοι τους Εβραίοι, γράφει ο Σέρβις, «αλλά δεν μιλούσαν, ούτε διάβαζαν ούτε έγραφαν Γερμανοεβραϊκά (Yiddish). Επιπλέον, είχαν Ρωσικά ονόματα και τους άρεσε να τους φωνάζουν με Ρωσικά υποκοριστικά: ο Ιλία σαν Ιλιούσα, η Αλεξάντρα σαν Σάσα, Σούρα ή Σουρότσκα και ο Γκριγκόρι σαν Γκρίσα. Ο Λέιμπα θέλοντας να γίνει σαν αυτούς, αποφάσισε πως ήθελε να είναι γνωστός σαν Λιόβα το οποίο είναι το Ρωσικό υποκοριστικό του Λεβ. Σημασιολογικά δεν είχε τίποτε να κάνει με το Γερμανοεβραϊκό όνομα Λέιμπα, όμως ήταν ένα συνηθισμένο όνομα και βοηθούσε επειδή ακουγόταν κάπως παρόμοιο.» [41-42]
Η ιστορία της μετατροπής του Λέιμπα σε Λιόβα ενισχύει ένα κεντρικό μοτίβο στην επιχειρηματολογία του Σέρβις: ότι ο Τρότσκι ντρεπόταν για τις Εβραϊκές του ρίζες και επιχείρησε ακόμη και να τις ελαχιστοποιήσει στην αυτοβιογραφία του (ένα από τα παραδείγματα των «σοβαρών ανακριβειών»). Έτσι λοιπόν ο Σέρβις θα ήθελε τους αναγνώστες του να πιστεύουν ότι έχει ξεσκεπάσει την πραγματική ιστορία όπου ο νεαρός «Λέιμπα Μπρόνσταϊν» - ο γιός του «θαρραλέου εβραίου» Νταβίντ Μπρόνσταϊν – έγινε ο Λιόβα Μπρόνσταϊν και, κάπως αργότερα, ο Λεβ Τρότσκι.
Ενδιαφέρουσα ιστορία, υπάρχει όμως σε αυτήν οποιαδήποτε αλήθεια; Στην αυτοβιογραφία του, ο Τρότσκι θυμάται πως τον φώναζαν από τα πρώτη παιδική του ηλικία, Λιόβα. Στο Η Ζωή Μου, μία υποσημείωση γραμμένη από τον μεταφραστή Μάξ Ήστμαν αναφέρει: «Το πλήρες και αρχικό όνομα του Τρότσκι ήταν Λεβ Νταβίντοβιτς Μπρόνσταϊν, καθώς το όνομα του πατέρα του ήταν Νταβίντ Λεοντίγεβιτς Μρόνσταϊν. Το ‘Λιόβα’ είναι ένα από πολλά παρόμοια υποκοριστικά του Λεβ, το οποίο στην κυριολεξία σημαίνει ‘Λιοντάρι.’ Στα αγγλικά και τα γαλλικά, ο Τρότσκι έχει γίνει γνωστός σαν Λέων (Leon) και στα γερμανικά σαν Λέο (Leo).» (21)
Ο Σέρβις δεν προσφέρει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι το νεαρό αγόρι ονομαζόταν ποτέ οτιδήποτε άλλο εκτός από Λιόβα ή κάποιο παρόμοιο υποκοριστικό, όπως «Λιοβότσκα». Η οικογένεια Μπρόνσταϊν δεν μιλούσε Γερμανοεβραϊκά – η γλώσσα που μιλιόταν στο σπίτι ήταν ένα μείγμα από Ρωσικά και Ουκρανέζικα – οπότε δεν υπάρχει εμφανής λόγος για να είχε ονομαστεί Λέιμπα.
Και η ιστορία του Σέρβις για την υιοθέτηση από τον νεαρό «Λέιμπα» του ονόματος Λιόβα έτσι ώστε να μπορούσε να έχει ένα μικρό όνομα που ακουγόταν Ρωσικό όπως οι φίλοι του; Για την ιστορία αυτή ο Σέρβις παρέχει πράγματι μία υποσημείωση η οποία αναφέρεται σε δύο πράγματα: 1) Τα πικρόχολα εχθρικά απομνημονεύματα γραμμένα από τον Γκριγκόρι Ζιβ, ο οποίος ήταν ένας από τους πρώτους συνεργάτες του νεαρού Τρότσκι στο επαναστατικό κίνημα· και 2) μία επιστολή γραμμένη από τον νεαρό Τρότσκι τον Νοέμβρη του 1898 στην αγάπη του, την Αλεξάντρα Σοκολόφσκαγια.
Ένας αναγνώστης θα υπέθετε εύλογα ότι τα έγγραφα αυτά δίνουν αντικειμενική τεκμηρίωση στην ιστορία του Σέρβις. Οι περισσότεροι αναγνώστες όμως δεν έχουν ούτε τον χρόνο ούτε τα μέσα για να αποκτήσουν πρόσβαση στα πρωτότυπα έγγραφα. Κανένα από τα έγγραφα αυτά δεν υπάρχει στα αγγλικά. Το βιβλίο του Ζιβ, το οποίο εκδόθηκε το 1921, είναι διαθέσιμο σε λίγες βιβλιοθήκες στο Ρωσικό πρωτότυπο. Το γράμμα στην Σοκολόφσκαγια, το οποίο είναι και αυτό στα Ρωσικά, υπάρχει σε μικροδελτίο στα αρχεία του Ινστιτούτου Χούβερ στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ.
Μία εξέταση των εγγράφων αυτών έχει αποφέρει την όχι εντελώς εκπληκτική ανακάλυψη ότι δεν περιέχουν καμμία απολύτως πληροφορία που να επιβεβαιώνει την ιστορία του Σέρβις. Το πρώτο κεφάλαιο των απομνημονευμάτων του Ζιβ, στο οποίο εξιστορούνται οι αρχικές του επαφές με τον νεαρό Τρότσκι, έχει τον τίτλο «Λιόβα». Δεν λέει τίποτε απολύτως για τον Τρότσκι να αλλάζει το μικρό του όνομα από «Λέιμπα» σε «Λιόβα» ή Λεβ. Ο νέος τον οποίο γνώρισε ήταν γνωστός σαν Λιόβα. Το όνομα «Λέιμπα» δεν εμφανίζεται ούτε μία φορά στα απομνημονεύματα. Καθώς ο Ζιβ συζητεί εκτεταμένα την αλλαγή του επώνυμου του πρώην συντρόφου του – από Μπρόνσταϊν σε Τρότσκι ( το οποίο συνέβη όταν ο νεαρός επαναστάτης δραπέτευσε από την εξορία και υιοθέτησε καθώς φαίνεται το όνομα ενός πρώην δεσμοφύλακα) – δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι ο Ζιβ απλά ξέχασε το όνομα Λέιμπα. Ο Ζιβ δεν έγραψε για αυτό, διότι δεν είχε ακούσει ποτέ τον Λιόβα να αποκαλείται με αυτό το όνομα.
Και το δεύτερο έγγραφο που παραθέτει ο Σέρβις, το γράμμα του Νοέμβρη του 1898 από τον Τρότσκι στην Σοκολόφσκαγια; Αυτό είναι ένα έντονα και στενά προσωπικό γράμμα, από ένα νέο σε μία γυναίκα με την οποία είναι βαθιά ερωτευμένος. Αυτό το γράμμα είναι ένα σημαντικό έγγραφο, στο οποίο ο Σέρβις αναφέρεται αρκετές φορές. Εξηγεί ο νεαρός Τρότσκι σε αυτό το πολύ προσωπικό γράμμα στην αγάπη του πώς κατέληξε να υιοθετήσει το όνομα Λιόβα; Η απάντηση είναι: Όχι! Δεν υπάρχει απολύτως τίποτε για μία τέτοια μεταμόρφωση. Το γράμμα, παρεπιπτόντως, υπογράφεται με το όνομα «Λιόβα», το όνομα με το οποίο ήταν γνωστός σε όλα τα νεανικά του χρόνια.
Έτσι λοιπόν μέχρι να μπορέσει ο καθηγητής Σέρβις να προσκομίσει την κατάλληλη τεκμηρίωση για την ιστορία του σχετικά με την μεταμόρφωση του «Λέιμπα» σε «Λιόβα» έχουμε το δικαίωμα να υποθέτουμε πως έβγαλε απλά, και με πολύ ανέντιμο τρόπο, όλη αυτή την ιστορία από το μυαλό του.
Το ζήτημα γύρω από το αρχικό όνομα του Τρότσκι έχει τόσο ιστορική όσο και πολιτική σημασία. Είναι πολύ γνωστό ότι αναφορές στον Τρότσκι σαν Μπρόνσταϊν, ένα όνομα το οποίο δεν είχε χρησιμοποιήσει από το 1902, έγιναν όλο και πιο συνηθισμένες στα μέσα της δεκαετίας του 1920 καθώς η Σταλινική γραφειοκρατία κλιμάκωσε την εκστρατεία της ενάντια στην Αριστερή Αντιπολίτευση. Οι αναφορές στον Τρότσκι σαν Μπρόνσταϊν (και στον Ζινόβιεφ σαν Ραντομίσλσκι και τον Κάμενεφ σαν Ρόζενφελντ) έγιναν μέρος του πάγιου εξοπλισμού των Σταλινικών. Στην διάρκεια των Δικών της Μόσχας, ο Τρότσκι επεσήμανε το αντι-Σημιτικό υποκρυπτόμενο νόημα των δικών στις οποίες τόσοι πολλοί Εβραίοι ήταν ανάμεσα στους κατηγορούμενους. Περιέργως, πολλοί φιλελεύθεροι αστοί Εβραϊκής καταγωγής στις Ηνωμένες Πολιτείες, συμπεριλαμβανομένου και του πολιτικά σημαντικού Ραββίνου Στήβεν Ουάιζ, καταδίκασαν τον Τρότσκι για την επισήμανση αυτής της διάστασης των δικών. Αυτή η προθυμία για την διατήρηση μιας ευγενικής σιγής για την αντι-Σημιτική δυσωδία που προερχόταν από το Κρεμλίνο αντανακλούσε την επιεική στάση των φιλελεύθερων απέναντι στον Σταλινισμό την εποχή του Λαϊκού Μετωπισμού.
Πολλές δεκαετίες αργότερα, στη διάρκεια της γκλάσνοστ την δεκαετία του 1980, και στην συνέχεια μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ, η Εβραϊκή καταγωγή του Τρότσκι πήρε υπέρμετρες διαστάσεις μέσα σε μία πλατιά ποικιλία από Ρώσους αντι-Σημίτες.
Καθώς παρατήρησε ο διαπρεπής ιστορικός Βάλτερ Λακέρ:
... Θα ήταν λάθος να υποτιμηθεί το πραγματικό μίσος για τον Τρότσκι ανάμεσα σε στρώματα της Ρωσικής Δεξιάς και των νεο-Σταλινικών. Ήταν η προσωποποίηση όλης της κακίας, και ήταν διπλά ευάλωτος σαν Κομμουνιστής και Εβραίος· το «αρχικό όνομα» του, Λέιμπα Μπρόνσταϊν, πάντα τονιζόταν με ενθουσιασμό από τους εχθρούς του, μία πρακτική που ήταν κάποτε μονοπώλιο των Ναζί. Κανείς δεν θα είχε διανοηθεί να αναφερθεί στον Λένιν σαν Ουλιάνωφ, στον Γκόρκι σαν Πεσκώφ η στον Κίρωφ σαν Κοστρίκωφ. (22)
Σε μία υποσημείωση, ο Λακέρ γράφει ότι το παιδικό όνομα του Τρότσκι ήταν Λιόβα.
Σε διάφορες συγκεντρώσεις παρουσίασης του βιβλίου του, ο καθηγητής Σέρβις έχει ερωτηθεί για την μεταχείριση του της Εβραϊκής καταγωγής του Τρότσκι. Αντί να εξηγήσει την προσέγγιση του με επαγγελματικό τρόπο, ο Σέρβις απάντησε επιθετικά, σαν να απειλούσε να κάνει μήνυση: «Με αποκαλείτε αντι-Σημίτη;» Μόνο ο Σέρβις, και ίσως οι πιο στενοί του συνεργάτες, ξέρουν ποιά είναι τα ενδότατα αισθήματα του για τους Εβραίους. Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα. Ένα άτομο το οποίο, για οποιουσδήποτε λόγους, απευθύνεται σε αντι-Εβραϊκές προκαταλήψεις, τις διεγείρει, και τις εκμεταλλεύεται, ασκεί αντισημιτισμό. Ότι ο Σέρβις συγκαταλέγει ίσως Εβραίους ανάμεσα στους προσωπικούς του φίλους είναι εκτός θέματος. Είναι ένα πολύ γνωστό ιστορικό γεγονός ότι ο Καρλ Λούγκερ – ιδρυτής του αντι-Σημιτικού Χριστιανικού Σοσιαλιστικού Κόμματος και δήμαρχος της Βιέννης στα τέλη του 19ου αιώνα – είχε ορισμένους Εβραίους φίλους. Για τον Λούγκερ, ο αντι-Σημιτισμός ήταν απλά ένα πολιτικό τέχνασμα για την συσπείρωση των πικρόχολων μικροαστών της Βιέννης γύρω από το πολιτικά αντιδραστικό του λάβαρο. Όταν του ζητήθηκε να εξηγήσει πως συμβίβαζε την αντι-Σημιτική δημαγωγία του με τις εγκάρδιες συναντήσεις του με Εβραίους σε κοινωνικές εκδηλώσεις, ο Λούγκερ απάντησε κυνικά: «Στην Βιέννη, εγώ αποφασίζω ποιος είναι Εβραίος.» Ο καθηγητής Σέρβις με παρόμοιο τρόπο καταχωρεί διπλές εγγραφές στα ηθικά του κατάστιχα.
Μία τελευταία σημείωση πάνω σε αυτό το θέμα. Στην βιογραφία του για τον Στάλιν το 2004, ο καθηγητής Σέρβις επιχείρησε με σαφή τρόπο να απαλλάξει τον Στάλιν από την κατηγορία του αντι-Σημιτισμού. Παραθέτει ένα σχόλιο που έκανε ο Στάλιν στο πέρας ενός αρχικού συνέδριου του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος (ΡΣΕΚ). Σημειώνοντας ότι ένα μεγαλύτερο ποσοστό Εβραίων μπορεί να βρεθεί ανάμεσα στους Μενσεβίκους παρά ανάμεσα στους Μπολσεβίκους, ο Στάλιν παρατήρησε ότι «Δεν θα έβλαπτε καθόλου αν εμείς οι Μπολσεβίκοι κάναμε ένα μικρό πογκρόμ μέσα στο κόμμα.» Ο Σέρβις, με εκπληκτική επιείκεια, παρατηρεί ότι τα σχόλια του Στάλιν «χρησιμοποιήθηκαν αργότερα εναντίον του σαν απόδειξη αντι-Σημιτισμού. Ήταν χοντροκομμένα και χωρίς ευαισθησία. Αλλά με δυσκολία μπορεί να πει κανείς πως εξέφραζαν μίσος για όλους τους Εβραίους ... Για πολλά χρόνια στο μέλλον ήταν φίλος, συνεργάτης και ηγέτης αναρίθμητων Εβραίων [η έμφαση προστέθηκε].» [77] Τί εξαιρετικά γενναιόδωρη εξήγηση για την στάση του Στάλιν προς τους Εβραίους! Στον βαθμό που δεν μισούσε όλους τους Εβραίους, έχοντας ακόμα και Εβραίους ανάμεσα στους φίλους του, ο Στάλιν δεν ήταν αντι-Σημίτης! Παρεμπιπτόντως, πρέπει να σημειωθεί ότι στην παράθεση των σχολίων του Στάλιν στο συνέδριο του ΡΣΕΚ ο Σέρβις παράλειψε το εξής απόσπασμα: «Ο Λένιν είναι εξοργισμένος που ο Θεός του έστειλε τέτοιους σύντροφους όπως οι Μενσεβίκοι. Πραγματικά, τί λογής άτομα είναι αυτά; Μάρτωφ, Νταν, Άξελροντ – περιτομημένοι Εβραίοι ... Δεν ξέρουν πράγματι οι Γεωργιανοί εργάτες ότι ο Εβραϊκός λαός είναι δειλός και μαχητικά άχρηστος;» (23) Ο κύριος σκοπός της βιογραφίας του Σέρβις – και σε αυτό συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε ο μέντορας του Ίαν Θάτσερ – είναι η δυσφήμιση του Τρότσκι όχι μόνο σαν πολιτική μορφή αλλά και σαν άτομο. Ως ένα σημείο, η εστίαση του Σέρβις πάνω στην προσωπικότητα του Τρότσκι επιτάσσεται από το γεγονός ότι ο βιογράφος έχει αρκετή σύνεση για να διαπιστώσει ότι δεν έχει τον διανοητικό εξοπλισμό για να καταπιαστεί με τις ιδέες του Τρότσκι. Είναι πιό εύκολο να επιτεθεί στον Τρότσκι προσωπικά, να παραποιήσει την δράση και τα κίνητρα του.
Η απεικόνιση του Τρότσκι από τον Σέρβις έχει εγκωμιαστεί από αναρίθμητους δεξιούς κριτικούς. Για παράδειγμα, ο Ρόμπερτ Χάρρις έχει γράψει στους Σάντεϊ Τάιμς του Λονδίνου:
Αν μπορεί κάποιος να φανταστεί τον πιο ενοχλητικό μικροαστό ριζοσπάστη φοιτητή που γνώρισε ποτέ – πικρόχολο, σαρκαστικό, υπερόπτη, εγωιστή, φαντασμένο, άκαρδο, αδαή, στενόμυαλο και συγκαταβατικό – και αν παγώσει την εικόνα αυτή, της βάλει ένα ζευγάρι ματογυάλια συγκρατούμενα με ελατήριο πάνω στην μύτη (pince-nez) και την μεταφέρει πίσω στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, τότε έχει τον Τρότσκι. (24)
Μπορώ να φανταστώ ότι τα περισσότερα από τα επίθετα που χρησιμοποίησε ο εξημμένος κ. Χάρρις μπορούν κάλλιστα να αποτελέσουν μία περιγραφή του ίδιου.
Ο πραγματικός σκοπός της αποκρουστικής απεικόνισης του Τρότσκι από τον Σέρβις – που ο αντίλαλος της αντηχεί μέσα σε όλο τον αστικό τύπο και τελικά θα αντηχήσει σε μεταγενέστερα ψευτο-ιστορικά έργα τα οποία θα παραθέτουν πιστά τον «έγκυρο» και «επιβλητικό» τόμο του καθηγητή Σέρβις – είναι η επινόηση μιας εντελώς καινούργιας ιστορικής προσωπικότητας. Όλα τα ίχνη του αληθινού Τρότσκι – μέσα από τις περιγραφές και αναμνήσεις των συντρόφων και φίλων του και, πάνω από όλα, μέσα από τα δικά του λόγια και έργα – θα σβήσουν, θα εξαφανιστούν και θα αντικατασταθούν με κάτι τερατώδες και αποκρουστικό που δεν έχει καμμία ομοιότητα με τον πραγματικό άνθρωπο. Η ιστορική προσωπικότητα του μεγάλου επαναστάτη, πολιτικής ιδιοφυΐας, στρατιωτικού ηγέτη και δεξιοτέχνη του γραπτού λόγου θα αντικατασταθεί με κάτι απεχθές και ποταπό. Ο Τρότσκι, αλά Σέρβις, ένα από τα πολιτικά τέρατα του εικοστού αιώνα! Αυτό είναι που ο Σέρβις και οι φίλοι του έχουν στο μυαλό τους όταν αποκαλούν το βιβλίο του μία δεύτερη δολοφονία του Τρότσκι!
Αλλά επειδή η επινόηση πλαστογραφεί την ιστορία με τόσο χονδροειδή τρόπο, ο συγγραφέας χάνεται μέσα σε αναρίθμητες αντιφάσεις. Το βιβλίο ξεκινά, περιέργως, με μια αρκετά ειλικρινή και αντικειμενική περίληψη του ρόλου του Τρότσκι στην Ρωσική Επανάσταση. Στην αρχική παράγραφο ο Σέρβις γράφει:
Ο Τρότσκι κινούνταν σαν λαμπρός κομήτης πάνω στον πολιτικό ουρανό ... Ήταν ο καλύτερος ρήτορας της Ρωσικής Επανάστασης. Ηγούνταν της Στρατιωτικής-Επαναστατικής Επιτροπής η οποία έφερε σε πέρας την ανατροπή της Προσωρινής Κυβέρνησης τον Οκτώβρη. «Έκανε περισσότερα από κανέναν άλλο στην ίδρυση του Κόκκινου Στρατού. Ήταν μέλος του Πολιτικού Γραφείου του Κόμματος και είχε βαθιά επίδραση στην πολιτική, οικονομική και στρατιωτική στρατηγική του. Ήταν μία βασική μορφή στα πρώτα χρόνια του Κομμουνιστικής Διεθνούς. Ο κόσμος ολόκληρος απέδιδε την επίπτωση της Οκτωβριανής Επανάστασης στην συνεργασία του με τον Λένιν. [1]
Όμως μέσα σε λιγότερο από μία σελίδα ο Σέρβις ξεκινά το έργο της αποκήρυξης της αρχικής του παράγραφου. Ο Τρότσκι, καθώς μας λέει, «μεγαλοποιούσε την πραγματική του σημασία. Οι ιδέες του πριν το 1917 ούτε που πλησίαζαν την πρωτοτυπία και ευρύτητα που άρεσε στον ίδιο να πιστεύει πως είχαν. Η συμβολή του στην προέλαση των Μπολσεβίκων προς την εξουσία ήταν σημαντική αλλά όχι στο βαθμό που ο ίδιος ισχυριζόταν.» [4]
Οι δύο αξιολογήσεις είναι ασυμβίβαστες η μία με την άλλη. Αν ο Τρότσκι έκανε όλα όσα λέει ο Σέρβις στην πρώτη παράγραφο τότε πως θα μπορούσε ο Τρότσκι να είχε «μεγαλοποιήσει την πραγματική του σημασία;»
Μετά την πρώτη του παράγραφο, ο Σέρβις πετάει την μία προσβολή μετά την άλλη, αδιάφορος για την συσσώρευση φανερών παραλογισμών και αντιφάσεων. Ορισμένες φορές καταφέρνει ακόμα και κάνει μία δήλωση την οποία στην συνέχεια διαψεύδει στην ίδια παράγραφο! «Ο Λέιμπα,» γράφει, «δεν ένοιωθε καθόλου τύψεις ότι ζούσε με τα λεφτά του πατέρα του ενώ μισούσε τα όνειρα και τις αξίες του.» Οι δύο προτάσεις που ακολουθούν αμέσως μετά αναφέρουν: «Επιπλέον, ο γιός ήταν τόσο πεισματάρης όσο και ο πατέρας. Δεν δεχόταν πια να του λένε τί να κάνει και αντί να υποταχτεί στην θέληση του πατέρα του έφυγε από το βολικό του διαμέρισμα και πήγε να μείνει με τον Σβιγκόφσκι.» [41] Έτσι, σε αντίθεση με αυτό που δήλωσε ο Σέρβις στην πρώτη πρόταση – πως «ο Λέιμπα δεν ένοιωθε καθόλου τύψεις ότι ζούσε με τα λεφτά του πατέρα του» - ο αναγνώστης μαθαίνει στην τρίτη πρόταση ότι ο νέος εγκατέλειψε τις σπιτικές ανέσεις για να ακολουθήσει τα ιδεώδη του!
Ο Σέρβις ισχυρίζεται επανειλημμένα ότι ο Τρότσκι διόρθωσε τα πρόχειρα της αυτοβιογραφίας του έτσι ώστε να αφαιρέσει υλικό που θα μπορούσε να τον ντροπιάσει. Ο Σέρβις όμως δεν παρέχει ούτε ένα παράδειγμα μιας τέτοιας περικοπής. Ακριβώς το αντίθετο. Ο Σέρβις σημειώνει ότι σε ένα αρχικό πρόχειρο της αυτοβιογραφίας ο Τρότσκι αφηγείται μία ιστορία όπου επέδειξε ξεχωριστό προσωπικό και φυσικό θάρρος καθώς αψηφούσε έναν σκληρό και σαδιστή δεσμοφύλακα. Ο Τρότσκι είπε στον δεσμοφύλακα ανοιχτά ότι δεν θα ανεχόταν τα υβριστικά του σχόλια. Ο δεσμοφύλακας ήταν που υποχώρησε τελικά. Στην δημοσιευμένη εκδοχή του Η Ζωή μου, η ιστορία αυτή – για την οποία υπήρχαν μάρτυρες – δεν συμπεριλήφθηκε.
Ο Σέρβις σχολιάζει: «Όπως με αρκετά παρόμοια περιστατικά τόλμης στην ζωή του, ο Τρότσκι δεν τα συμπεριέλαβε στα δημοσιευμένα του απομνημονεύματα. Του τα βγάλανε με το ζόρι συγγραφείς που τον θαύμαζαν. Παρόλο που του άρεσε να εντυπωσιάζει δημόσια, δεν του άρεσε να καυχιέται: Προτιμούσε να το κάνουν άλλοι για αυτόν. Ήταν θορυβώδης και υπερόπτης. Δεν χρειαζόταν να περιμένει κανείς πολύ για να ανακαλύψει πόσο ματαιόδοξος και εγωκεντρικός ήταν πραγματικά.» [56, η έμφαση προστέθηκε]
Με μία μάλλον αδέξια ταχυδακτυλουργία, ο Σέρβις βρίσκει τρόπο να προσβάλλει τον Τρότσκι για την μετριοφροσύνη του και για το γεγονός ότι δεν του άρεσε να καυχιέται!
Ο Σέρβις αφιερώνει τεράστιο χώρο μέσα στο βιβλίο του για να διασύρει τον Τρότσκι σαν άπιστο σύζυγο ο οποίος άσπλαχνα εγκατέλειψε την πρώτη του σύζυγο και τα δύο παιδιά τους. «Σαν σύζυγος,» γράφει ο Σέρβις, «[ο Τρότσκι] φέρθηκε στην πρώτη του γυναίκα αξιοκαταφρόνητα. Αγνοούσε τις ανάγκες των παιδιών του ιδίως όταν τα πολιτικά του συμφέροντα έμπαιναν στην μέση. Αυτό είχε καταστροφικές συνέπειες ακόμα και για εκείνα από τα παιδιά του τα οποία δεν ήταν ενεργά στην Σοβιετική δημόσια ζωή – και ο γιός του Λεβ, ο οποίος τον ακολούθησε στην εξορία, πιθανώς να πλήρωσε με την ζωή του για την συνεργασία του με τον πατέρα του.»[4]
Δύσκολα θα συμπέραινε κανείς, έχοντας σαν βάση την εξιστόρηση του Σέρβις, ότι οι καταπιεστικές συνθήκες της τσαρικής Ρωσίας ή, αργότερα, οι διωγμοί του Στάλιν είχαν οποιαδήποτε σχέση με την τραγική μοίρα της οικογένειας του Τρότσκι και των αγαπημένων του προσώπων. Ο Σέρβις, μάλιστα, κατακρίνει τον Τρότσκι επειδή θεωρούσε το Σοβιετικό καθεστώς υπεύθυνο για τον θάνατο της κόρης του Ζίνας το 1933.
Ο Σέρβις όμως έχει ελάχιστο ενδιαφέρον για τις περιστάσεις σχετικά με τους θανάτους των παιδιών και της πρώτης γυναίκας του Τρότσκι. Αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να απεικονίσει τον Τρότσκι σαν κάποιον ανεύθυνο και άσπλαχνο γυναικά, ο οποίος απερίσκεπτα και εγωιστικά εγκατέλειψε την πρώτη του σύζυγο, την Αλεξάντρα Σοκολόφσκαγια.
Ο Σέρβις μεταχειρίζεται την σχέση ανάμεσα στον Τρότσκι και την Αλεξάντρα Σοκολόφσκαγια με έναν τρόπο ο οποίος είναι πραγματικά προσβλητικός και άξεστος. Επανειλημμένα επιχειρεί να υποβιβάσει τον νεαρό Λιόβα και την Αλεξάντρα στο δικό του επίπεδο.
Στο πλαίσιο αυτό, η χρήση της επιστολής του Νοέμβρη του 1898 – στην οποία έχω ήδη αναφερθεί – έχει ιδιαίτερη σημασία. Η επιστολή γράφτηκε από τον δεκαεννιάχρονο Λιόβα προς την Αλεξάντρα όταν ήταν και οι δυο τους φυλακισμένοι στην Οδησσό. Δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους προσωπικά. Όταν ο Λιόβα έγραψε την επιστολή αυτή, ήταν άρρωστος και σε κατάθλιψη. Σχεδόν ένας χρόνος είχε περάσει από την σύλληψη τους. Ο Τρότσκι είχε περάσει πολλούς μήνες της φυλάκισης του σε απομόνωση.
Παραθέτοντας ένα σύντομο απόσπασμα από αυτή την επιστολή, όπου ο Τρότσκι ομολογεί πως είχε σκεφτεί, και απορρίψει, την αυτοκτονία, ο Σέρβις κάνει το εξής σχόλιο:
Υπήρχε επίδειξη και ανωριμότητα στα συναισθήματα αυτά. Ήταν ένας εγωκεντρικός νέος. Υποσυνείδητα προσπαθούσε να επηρεάσει την Αλεξάντρα όχι απλά να τον αγαπάει: ήθελε να τον καταλαβαίνει και να τον προσέχει και ίσως κάτι τέτοιο μπορούσε να το κατορθώσει με ομολογίες αδυναμίας. Ποτέ δεν είχε πραγματικά τάσεις αυτοκτονίας: το σχόλιο του ήταν τέχνασμα για να την κάνει να θέλει να τον προστατέψει. Κατάλαβε πως ήταν υπεροπτικός και αναίσθητος προς αυτήν. Οπότε τί καλύτερο από το να ομολογήσει πως έχει πέτρινη πρόσοψη και πως «έχυνε δάκρυα» για αυτό. [52]
Αυτό το είδος επιπόλαιας ψυχολογικής ερμηνείας, ακόμα και όταν προσφέρεται με τις καλύτερες προθέσεις, είναι κάπως αμφίβολης αξίας. Παίρνει όμως έναν κακόβουλα παράλογο χαρακτήρα όταν το απόσπασμα από το οποίο εξαρτάται η ανάλυση έχει πλαστογραφηθεί. Καθώς μας λέει ο Σέρβις, ο Τρότσκι επιχειρεί πονηρά να απευθυνθεί στην ευαισθησία της Αλεξάντρας με την ανέντιμη ομολογία ότι «έχυνε δάκρυα» για την «πέτρινη πρόσοψή» του.
Το πρόβλημα με αυτή την «ερμηνεία» είναι πως ο Σέρβις έχει διαστρεβλώσει το κείμενο της επιστολής του Λιόβα. Το ξεσκέπασμα αυτής της πλαστογράφησης απαιτεί την πλήρη και ορθή παράθεση του σχετικού κειμένου. Ο νεαρός επαναστάτης έγραψε:
Η Σάσα (Αλεξάντρα) είναι τόσο καλή, και όταν αισθάνομαι τόσο πολύ ότι θέλω να την φιλήσω και να την χαϊδέψω... Αλλά όλα αυτά είναι άπιαστα: αντί για αυτά υπάρχει η μοναξιά, η αϋπνία, απαίσιες σκέψεις για το θάνατο ... μπρρρ ... Η ώρα της λύτρωσης θα φτάσει, «Ο λαός θα τραγουδήσει τον ύμνο του, Θα μας θυμούνται με δάκρυα. Θα επισκέπτονται τους τάφους μας.» Τους τάφους μας, Σάσα: τους τ-ά-φ-ο-υ-ς μας. Αχ, με τί τρόμο θα μιλάνε στο μέλλον για το σημερινό κοινωνικό κατεστημένο ... πέρα από την πόρτα μου αυτή τη στιγμή ακούω την γνώριμη κλαγγή τόσων πολλών αλυσίδων: αφού είναι πάνω σε ανθρώπους. Σάσα, πόσο το έχουμε συνηθίσει αυτό, όμως πόσο τρομερό είναι. Αλυσίδες πάνω σε ανθρώπους ... Και όλα αυτά σύμφωνα με το νόμο. Σε εκπλήσσει το ξέσπασμα μου αυτό του «Weltschmerz» (μελαγχολία); ... Μια ασυνήθιστη ευαισθησία αναπτύσσεται μέσα μου: έχω μάθει να «χύνω δάκρυα» καθώς διαβάζω τα κοινωνικά ποιήματα του Π. Για/στο «Μιρ Μπ.»/... ή καθώς διαβάζω μυθιστορήματα ... Απλά τα νεύρα μου είναι πολύ τεντωμένα, αυτό είναι όλο. Η σιβηρική τάιγκα θα αμβλύνει αυτή την τρυφερή κοινωνική ευαισθησία. Από την άλλη, πόσο χαρούμενοι θα είμαστε εκεί. Σαν θεοί του Ολύμπου. Θα είμαστε για πάντα, πάντα μαζί και αχώριστοι... Εγώ και εσύ έχουμε περάσει τόσα μαζί, έχουμε υποφέρει τόσα πολλά, που, σίγουρα, μας αξίζει μία ώρα χαράς.
Η επιστολή αυτή είναι, από μόνη της, ένα ξεχωριστό και βαθιά συγκινητικό ντοκουμέντο. Το γεγονός ότι ο συγγραφέας της ήταν ο μελλοντικός ηγέτης της Οκτωβριανής Επανάστασης της δίνει τεράστια σημασία. Η ερμηνεία αυτής της επιστολής σαν έκφραση «επίδειξης» και «ανωριμότητας» μαρτυρεί τον κυνισμό και την αναισθησία του Σέρβις. Από επαγγελματική, ωστόσο, άποψη, ο χειρισμός αυτής της επιστολής από τον Σέρβις είναι ανέντιμος και παραπλανητικός.
Πρώτα από όλα, η ομολογία του Τρότσκι ότι «χύνει δάκρυα», την οποία την βάζει σε εισαγωγικά, δεν αναφέρεται στο γεγονός ότι κλαίει για τις προσπάθειες του να αποκρύψει την «πέτρινη πρόσοψη» του. Μάλλον, αναφέρεται άμεσα στην αντίδραση του στην ποίηση του Πιότρ Γιακούμποβιτς. Εάν ο Σέρβις ήταν σοβαρός ιστορικός, θα εξηγούσε – αφού είχε συλλογιστεί προσεκτικά πάνω σε αυτό το θέμα– στους αναγνώστες του την σημασία αυτής της αναφοράς. Ο Γιακούμποβιτς (1860-1911) ήταν σημαντικός ποιητής και επαναστάτης, ενεργός στην λαϊκιστική οργάνωση Θέληση Του Λαού. Τα ποιήματα του που επικαλούνταν τον ηρωισμό και την τραγωδία του αποτυχημένου αγώνα των επαναστατών τρομοκρατών ενάντια στον τσαρισμό, είχαν βαθιά ηθική επίπτωση στην νεολαία της δεκαετίας του 1890. Οι εικόνες που χρησιμοποιούσε ο Γιακούμποβιτς στην ποίηση του, ιδιαίτερα αυτές για τον θάνατο και την θυσία, ανακαλούνται από τον Τρότσκι στο γράμμα του προς την Αλεξάντρα. Εκείνη, φυσικά, θα καταλάβαινε πολύ καλά αυτές τις αναφορές. Ένας ευσυνείδητος ιστορικός θα έβρισκε στο πολυσύνθετο αυτό γράμμα – από το οποίο έχω παραθέσει μόνο ένα μικρό τμήμα – πολύτιμο υλικό για να διαμορφώσει μία κατανόηση του αντικειμένου του και της εποχής στην οποία ζούσε. Όμως ο Σέρβις απλά δεν ενδιαφέρεται.
Μία δυσωδία αδιαφορίας και τεμπελιάς απλώνεται σε όλο τον τόμο. Ο συγγραφέας δεν δείχνει καμμία απολύτως περιέργεια για τις πηγές της πνευματικής και καλλιτεχνικής δημιουργικότητας του Τρότσκι. Τα σχόλια του Σέρβις για τις πρώιμες λογοτεχνικές προσπάθειες του Τρότσκι, στην διάρκεια της πρώτης του εξορίας στην Σιβηρία, είναι γενικά τόσο τετριμμένα και επιπόλαια που ο μόνος σκοπός τους φαίνεται πως είναι να δώσουν στον συγγραφέα τον αριθμό σελίδων που απαιτούνται ώστε να μπορεί να διαφημίζει την βιογραφία του σαν «πλήρη σε έκταση.» Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του ταλέντου του Σέρβις να παράγει διανοητικά διεισδυτικό σχολιασμό είναι η παρατήρηση του ότι ο Τρότσκι «λάτρευε τα γαλλικά μυθιστορήματα, ήταν θαυμαστής του Ίμπσεν και ήταν εντυπωσιασμένος από τον Νίτσε. Τους θεωρούσε όλους σαν δείγματα του σύγχρονου παγκόσμιου πολιτισμού.» [207, η έμφαση προστέθηκε] Ώστε έτσι λοιπόν; Ποιός θα μπορούσε να το φανταστεί; Όμως υπάρχει κάτι εδώ που δεν φαίνεται εντελώς σωστό. Η αναφορά στον Νίτσε προκαλεί αμφιβολίες. Ο αναγνώστης θα μπορούσε να μπει στον πειρασμό να αναρωτηθεί: τί είχε ο Νίτσε που έκανε εντύπωση στον Τρότσκι;
Εάν ο κριτικός αναγνώστης είναι σε θέση να ερευνήσει αυτό το θέμα, θα μπορούσε να ανακαλύψει ένα δοκίμιο, γραμμένο από τον Τρότσκι λίγο μετά το θάνατο του Νίτσε το 1900, με τίτλο «Κάποιες σκέψεις για την Φιλοσοφία του ‘Υπεράνθρωπου.’» Κάνοντας μια επισκόπηση του δοκίμιου αυτού, ο αναγνώστης θα μάθει πολύ γρήγορα ότι η λέξη «εντυπωσιασμένος» δεν περιγράφει καθόλου την αντίδραση του νεαρού Τρότσκι στον Νίτσε. Ο Τρότσκι αναγνώρισε στην φιλοσοφία του τελευταίου για τον «υπεράνθρωπο» την δικαιολόγηση ενός καινούργιου και όλο και πιο ισχυρού κοινωνικού τύπου:
Οι τυχοδιώκτες του χρήματος, «υπεράνθρωποι» του χρηματιστηρίου, οι ανενδοίαστοι εκβιαστές του τύπου και της πολιτικής, με λίγα λόγια, όλη αυτή η μάζα του παρασιτικού προλεταριάτου που έχει προσδεθεί σφιχτά πάνω στον αστικό οργανισμό και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ζει – και συνήθως ζει πολύ καλά- σε βάρος της κοινωνίας χωρίς να δίνει τίποτε πίσω σε αντάλλαγμα. ... Όμως όλη αυτή η ομάδα (μάλλον πολυάριθμη και ολοένα αυξανόμενη) χρειαζόταν τελικά μία θεωρία που να δίνει στους διανοητικά ανώτερους το δικαίωμα να «τολμούν.» Προσδοκούσε τον απόστολο της και τον βρήκε στον Νίτσε.
Ο Τρότσκι ολοκληρώνει το δοκίμιο του με την παρατήρηση ότι το κοινωνικό έδαφος από το οποίο ξεφύτρωσε ο Νιτσεϊσμός «έχει καταλήξει να είναι σάπιο, κακοήθες και μολυσμένο ... » (25)
Φαίνεται ακόμα ότι ο Τρότσκι ήταν «εντυπωσιασμένος» με τον Νίτσε; Ή μήπως είναι πιθανότερο ότι ο Σέρβις δεν μπήκε στον κόπο να διαβάσει το δοκίμιο του Τρότσκι και απλά δεν ξέρει τί λέει; Με τον Σέρβις όπως και με άλλους σαν αυτόν, η διανοητική ανεντιμότητα πηγαίνει χέρι χέρι με την άγνοια και την απατεωνιά.
Όπως έχω σημειώσει παραπάνω, μια εξαντλητική επισκόπηση όλων των λαθών και ψευδών δηλώσεων που εμφανίζονται σε αυτό τον τόμο αυτό θα απαιτούσε ένα «πλήρες σε έκταση» βιβλίο τουλάχιστο τόσο μεγάλο όσο η βιογραφία του Σέρβις. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι δεν υπάρχει σχεδόν καμμία σελίδα στην οποία ένας πληροφορημένος αναγνώστης δεν θα βρει αποσπάσματα που είναι απαράδεκτα από την σκοπιά των βασικών κριτήριων της ιστορικής έρευνας. Δεν είναι καν δυνατό να γίνουν δεκτές, χωρίς απευθείας έρευνα, οι αναφορές και παραθέσεις του συγγραφέα. Ξανά και ξανά προκύπτει ότι το πρωτότυπο υλικό από το οποίο παραθέτει ο Σέρβις δεν στηρίζει τους ισχυρισμούς του.
Ολοκληρώνοντας αυτή την ανασκόπηση, θα πρέπει να επιστρέψουμε στον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται ο Σέρβις την σχέση ανάμεσα στον Τρότσκι και την Αλεξάντρα Σοκολόφσκαγια. Η διαστρέβλωση των περιστάσεων του χωρισμού τους παίζει κυρίαρχο ρόλο στην προσπάθεια του Σέρβις να δυσφημίσει τον Τρότσκι – σαν σύζυγο, πατέρα και σαν άντρα. Όλοι οι κριτικοί στον δεξιό βρετανικό τύπο έχουν ενστερνιστεί την άποψη αυτή με ενθουσιασμό.
Συζητώντας τις περιστάσεις γύρω από την πρώτη του απόδραση από την Σιβηρική εξορία το 1902, ο Τρότσκι έγραψε στο Η Ζωή Μου:
Την εποχή εκείνη είχαμε ήδη δύο κόρες. Η πιο μικρή ήταν τεσσάρων μηνών. Η ζωή κάτω από τις συνθήκες της Σιβηρίας δεν ήταν εύκολη, και η απόδραση μου θα έβαζε διπλό βάρος πάνω στους ώμους της Αλεξάντρας Λβόβνα. Σε αυτή όμως την αντίρρηση απάντησε με μία λέξη: «Πρέπει.» Το καθήκον προς την επανάσταση επισκίαζε όλα τα άλλα για αυτήν, ιδίως τους προσωπικούς υπολογισμούς. Ήταν η πρώτη που ανάφερε την ιδέα της απόδρασης μου όταν αντιληφθήκαμε τα μεγάλα νέα καθήκοντα. Έκανε πέρα όλες τις αμφιβολίες μου.
Για αρκετές μέρες αφότου απέδρασα, έκρυψε την απουσία μου από την αστυνομία. Από το εξωτερικό ήταν σχεδόν αδύνατο να διατηρήσω αλληλογραφία μαζί της. Κατόπιν την απέλασαν για δεύτερη φορά· μετά από αυτό συναντιόμασταν μόνο περιστασιακά. Η ζωή μας χώρισε, αλλά τίποτα δεν μπορούσε να καταστρέψει την φιλία και τον πνευματικό μας δεσμό. (26)
Ο Σέρβις, χωρίς να παραθέτει καθόλου την δήλωση του Τρότσκι, γράφει: «[Ο Τρότσκι] ισχυρίστηκε αργότερα ότι η Αλεξάντρα είχε ευλογήσει με όλη της την καρδιά την αναχώρηση του. Αυτό είναι δύσκολο να το δεχτεί κανείς σαν αληθοφανές.» [67].
Με ποιά βάση γίνεται αυτή η δήλωση; Ο Σέρβις δεν προσκομίζει ούτε ένα αποδεικτικό στοιχείο – από έγγραφα, επιστολές, προσωπικές μαρτυρίες – που να διαψεύδει την αφήγηση του Τρότσκι, η οποία, πρέπει να επισημάνουμε, γράφτηκε το 1929 όταν η Αλεξάνδρα ζούσε ακόμα. Η ίδια δεν την διέψευσε, αν και – δεδομένου ότι ο Τρότσκι είχε εξοριστεί από την Σοβιετική Ένωση και διασυρόταν δημόσια σαν ο μεγαλύτερος εχθρός του Σοβιετικού λαού – το Σταλινικό καθεστώς θα δεχόταν με χαρά την προσωπική της καταγγελία για τον πρώην σύζυγο της.
Ο Σέρβις χρησιμοποιεί μία σειρά από βαρύγδουπες φράσεις για να προκαλέσει την χειρότερη εντύπωση για τις πράξεις του Τρότσκι: «Ο Μπρόνσταϊν σχεδίαζε να την εγκαταλείψει στις ερημιές της Σιβηρίας ... Ακριβώς την στιγμή που έγινε ο πατέρας δύο παιδιών αποφάσισε να το σκάσει.» [67] Στην συνέχεια όμως ο Σέρβις απαξιώνει τους δικούς του ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς καθώς αναγνωρίζει ότι ο Τρότσκι «συμπεριφέρθηκε μέσα στα πλαίσια του επαναστατικού κώδικα συμπεριφοράς. Ο ‘σκοπός’ ήταν το παν για τους επαναστάτες. Οι συζυγικές και γονικές υποχρεώσεις ήταν σημαντικές αλλά ποτέ στο σημείο που εμπόδιζαν τους νεαρούς μαχητές να κάνουν αυτό που τους καλούσε η πολιτική τους συνείδηση να κάνουν.» [67] Αν ήταν έτσι, όπως δέχεται ρητά ο Σέρβις, τότε πού βασίζεται για να ισχυριστεί ότι την δήλωση του Τρότσκι πως η Αλεξάντρα υποστήριξε, και ακόμη του πρότεινε την απόδραση του από την εξορία «είναι δύσκολο να την δεχτεί κανείς σαν αληθοφανή»;
Το γεγονός είναι ότι η καταδίκη των πράξεων του Τρότσκι από τον Σέρβις δεν είναι βασισμένη σε μία έντιμη αξιολόγηση του ιστορικού πλαίσιου μέσα στο οποίο ζούσαν οι δύο νεαροί επαναστάτες. Πρέπει να προσθέσουμε ότι η αναφορά του Σέρβις στην «εγκατάλειψη» της Αλεξάντρας είναι μια κακόβουλα υποκινούμενη εικασία. Σύμφωνα με ιστορικά στοιχεία, υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύουμε ότι έγιναν προσπάθειες για την παροχή βοήθειας στην Αλεξάντρα και τα παιδιά. Πράγματι, σε κατοπινό κεφάλαιο, ο Σέρβις συμπεριλαμβάνει υλικό το οποίο δείχνει ότι η οικογένεια Μπρόνσταϊν έπαιξε σημαντικό ρόλο στην παροχή συμπαράστασης στα παιδιά του Τρότσκι. Στη διάρκεια ενός ταξιδιού στην Δυτική Ευρώπη το 1907 για να επισκεφτούν τον Τρότσκι, οι γονείς του Τρότσκι έφεραν την κόρη του Ζίνα μαζί τους. Ο Σέρβις σημειώνει ότι η οικογένεια του Τρότσκι «είχε μία πολύπλοκη ζωή. Η Ζίνα ζούσε τότε με την αδερφή του [Τρότσκι] την Ελισαβέτα και τον σύζυγο της στο οικογενειακό τους σπίτι στην οδό Γκριαζνάγια στη Χερσών. Η Αλεξάντρα τους έγραφε τακτικά.» [108]
Φαίνεται λοιπόν ότι ο Τρότσκι δεν «εγκατέλειψε» την οικογένεια του. Σαν επαναστάτες ο Λεβ Νταβίντοβιτς και η Αλεξάντρα Λβόβνα ανταπεξέρχονταν όσο καλύτερα μπορούσαν κάτω από εξαιρετικά δύσκολες περιστάσεις. Σε κάποια στιγμή στο μέλλον, καθώς ανακαλύπτονται περισσότερα ντοκουμέντα, ίσως μπορεί να είναι εφικτό να αναπαραχθούν με ακρίβεια οι λεπτομέρειες γύρω από τις πολύπλοκες προσωπικές τους ρυθμίσεις. Όμως ο Ρόμπερτ Σέρβις δεν θα είναι αυτός που θα αναλάβει αυτό το έργο.
Τέλος, όσο αφορά την προσωπική σχέση ανάμεσα στον Τρότσκι και την Αλεξάντρα, υπάρχει ένα ντοκουμέντο που δίνει την μαρτυρία για τον βαθύ και διαρκή δεσμό τους συντροφικότητας και φιλίας. Είναι ένα γράμμα που έγραψε η Αλεξάντρα στον Τρότσκι στις 8 Αυγούστου 1935, λίγο πρίν αρχίσει η τελευταία πράξη της τρομερής ανθρώπινης τραγωδίας. Η Αλεξάντρα απευθύνει το γράμμα στον «Αγαπητό Λιόβα.» Μιλάει στον Τρότσκι για τις δύσκολες συνθήκες που αντιμετωπίζουν διάφορα μέλη της οικογένειας τους. Η Αλεξάντρα επίσης γράφει, αναφερόμενη στις προσπάθειες του Τρότσκι να παράσχει υλική υποστήριξη σε αυτήν, «είμαι πάρα πολύ συγκινημένη, όπως πάντα, από την ευγενική σου στάση απέναντι μου.» Και κλείνει το γράμμα γράφοντας «Με Αγάπη και Αγκαλιές, Αλεξάντρα.» (27)
Ο Λεβ Νταβίντοβιτς Τρότσκι και η Αλεξάντρα Λβόβνα Σοκολόφκαγια ήταν ξεχωριστά άτομα, οι εκπρόσωποι μιας επαναστατικής γενιάς, που η ικανότητα της για αυτοθυσία, προς όφελος της βελτίωσης της ανθρωπότητας, φαινόταν να μην έχει καθόλου όρια. Πόσο θλιβερό είναι για τον καθηγητή Σέρβις και άλλους σαν αυτόν να πιστεύουν ότι θα πετύχει με προσβολές, πλαστογραφίες και συκοφαντίες, να υποβιβάσει αυτούς τους τιτάνες στο άθλιο επίπεδο του.
(1) Διάλεξη που δόθηκε στις 13 Δεκέμβρη, 2009 στο Friends Meeting House του Λονδίνου
(2) Παράθεση από το James T. Farrell: The Revolutionary Socialist Years, by Alan M. Wald (New York, New York University Press, 1978), σ. 87
(3) “Londoner’s Diary”, London Evening Standard, 23 Οκτώβρη 2009, http://londonersdiary.standard.co.uk/2009/10/index.html.
(4) Robert Harris, “Trotsky: A Biography by Robert Service,” The Sunday Times, 18 Οκτώβρη 2009.
(5) Writings of Leon Trotsky [1935-1936] (New York: Pathfinder Press, 1977], σ. 413.
(6) ό.π, σ. 502
(7) Writings of Leon Trotsky [1936-37] (New York: Pathfinder, 1978), σ. 179
(8) ό.π.
(9) The Case of Leon Trotsky, Report of Hearings on the Charges made Against Him in the Moscow Trials, by the Preliminary Commission of Inquiry (New York: Merit Publishers, 1968), σ. 585.
(10) The Death Agony of Capitalism and the Taks of the Fourth International. The Transitional Program (New York: Labor Publications, 1972), σ. 7.
(11) Writings of Leon Trotsky [1938-39] (New York Pathfinder, 1974), σσ. 93-94
(12) In Defence of Marxism, (London, New Park, 1971), σ. 15
(13) ό.π
(14) Writings of Leon Trotsky [1939-40] (New York Pathfinder, 1973), σ. 299.
(15) Foreign Affairs, Τόμος 19, Αρ. 2 (Γενάρης 1941, σ. 332).
(16) The American Historical Review, Τόμος 54, Αρ. 4 (Ιούλης 1960), σ. 904.
(17) Βλέπε Μέρος II αυτού του βιβλίου.
(18) Samuel H. Baron, “My Life with G. V. Plekhanov,” από το: Plekhanov in Russian History and Soviet Historiography (Pittsburgh: University of Pittsburgh Press, 1995), σ. 188.
(19) Βλέπε Μέρος Ι, Διάλεξη 2 αυτού του βιβλίου.
(20) “In the Service of Historical Falsification: A Review of Robert Service’s Trotsky: A Biography” (Oak Park, MI: Mehring Books, 2009), σ. 15.
(21) My Life (Mineola, NY: Dover Publications, 2007), σ. 3.
(22) Walter Lacquer, Stalin: The Glasnost Revelations (New York: Charles Scribner’s Sons, 1990), σσ. 59-60.
(23) Παράθεση στο Hiroaki Kuromiya, Stalin (London: Longman, 2005), σ. 1
(24) Robert Harris, “Trotsky: A Biography by Robert Service,” The Sunday Times, 18 Οκτώβρη, 2009.
(25) L. Trotskii, Works, Σειρά 6, Τόμος 20, Culture of the Old World, M.-L., State Publishing House, 1926, σσ. 147-162 (νέα μετάφραση από το Ρωσικό πρωτότυπο).
(26) My Life, σσ. 132-33.
(27) Trotsky’s Diary in Exile, 1935 (New York: Atheneum, 1963), σσ. 159-160.