Ο δεύτερος γύρος των βουλευτικών εκλογών στην Ελλάδα θα διεξαχθεί την Κυριακή, με τη δεξιά Νέα Δημοκρατία (ΝΔ) να αναμένεται να κερδίσει.
Ο πρώτος γύρος διεξήχθη τον Μάιο και παρά το γεγονός ότι η ΝΔ κέρδισε με συντριπτική διαφορά 20% έναντι του αντιπολιτευόμενου ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, το κόμμα του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη απέτυχε για μερικές έδρες να πάρει την αυτοδυναμία στη Βουλή.
Στον δεύτερο γύρο, η ΝΔ αναμένεται να κερδίσει με παρόμοια διαφορά και μάλιστα να αυξήσει το προβάδισμά της. Ο μέσος όρος των τελευταίων δημοσκοπήσεων εμφανίζει τη ΝΔ στο 42% και τον ΣΥΡΙΖΑ στο 20%. Με βάση το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, με το οποίο θα διεξαχθεί ο δεύτερος γύρος και μέσω του οποίου απονέμονται μπόνους έδρες στο πρώτο κόμμα σύμφωνα με το ποσοστό ψήφων που παίρνει, η ΝΔ αναμένεται να πάρει έως και 50 παραπάνω έδρες.
Προβλέπεται ότι η ΝΔ μπορεί να κερδίσει 155 έως 166 έδρες στο επόμενο κοινοβούλιο, επιτρέποντας στον Μητσοτάκη να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Σε περίπτωση που αυτός ο γύρος δεν δώσει την πλειοψηφία των εδρών στη ΝΔ, ο Μητσοτάκης δήλωσε ότι δεν θα επιδιώξει να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού, αλλά αντίθετα θα δώσει το πράσινο φως για έναν τρίτο γύρο εκλογών που θα διεξαχθούν τον Αύγουστο.
Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να καθυστερήσει τις εκλογές του Μαΐου κατά ένα μήνα λόγω της εκτεταμένης οργής που ένιωσαν εκατομμύρια εργαζόμενοι και νέοι για τον αποτρέψιμο θάνατο 57 ανθρώπων στο σιδηροδρομικό δυστύχημα στην κοιλάδα των Τεμπών. Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να καπηλευτεί πολιτικά το γεγονός, αλλά απέτυχε παταγωδώς, καθώς ο κόσμος γνώριζε ότι αυτό το σάπιο κόμμα ήταν εξίσου εμπλεκόμενο με τη ΝΔ στην υποβάθμιση των μέτρων ασφάλειας στο σιδηροδρομικό δίκτυο.
Πράγματι, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτός που ξεπούλησε το 2017 το κρατικό σιδηροδρομικό σύστημα, διατηρώντας τα προηγούμενα χρόνια τον αριθμό του προσωπικού σε όσο το δυνατόν πιο χαμηλά επίπεδα, ώστε η συμφωνία να είναι όσο το δυνατόν πιο επικερδής για τους κερδοσκόπους που το αγόρασαν σε εξευτελιστική τιμή.
Η κοινωνική κρίση στη χώρα είναι τόσο οξεία και η κυβέρνηση τόσο στυγνή, ώστε ένα ακόμη μεγάλο θανατηφόρο γεγονός – πάνω από 600 πρόσφυγες σε μια υπερπλήρη βάρκα που ανατράπηκε στις 14 Ιουνίου στα ανοικτά της Πύλου – επισκίασε και αυτόν τον εκλογικό γύρο.
Όλο και περισσότερα στοιχεία υποδηλώνουν την ενοχή της Ελληνικής Ακτοφυλακής σε αυτό το έγκλημα, με ορισμένους επιζώντες να ισχυρίζονται ότι το σκάφος βυθίστηκε από το λιμενικό για να αποτρέψει την διέλευση άλλων προσφύγων. Η κυβέρνηση δεν έχει δώσει ουσιαστικά καμία πληροφορία στη δημοσιότητα. Την ίδια ώρα δεν έχει ταυτοποιηθεί κανένα από τα 80 πτώματα που ανασύρθηκαν από τη θάλασσα, πόσο μάλλον τα ονόματα των 104 επιζώντων.
Οι επιζώντες κρατήθηκαν αρχικά σε ένα περιφραγμένο συγκρότημα με εξαιρετικά αυστηρούς περιορισμούς στις κινήσεις τους και την πρόσβαση σε μέσα επικοινωνίας. Η ισπανική εφημερίδα El Pais σημείωσε αυτή την εβδομάδα ότι ο διοικητής της ακτοφυλακής «δεν διευκρίνισε γιατί οι επιζώντες υποβλήθηκαν σε περιορισμούς που χαρακτηρίζουν περισσότερο ένα καθεστώς φυλακής παρά ένα σταθμό βοήθειας για τα θύματα ναυαγίου». Τώρα κρατούνται σε στρατόπεδο κράτησης κοντά στην Αθήνα υπό παρόμοιες κατασταλτικές συνθήκες.
Οι θάνατοι των εκατοντάδων αυτών προσφύγων – οι τελευταίοι από τους χιλιάδες που έχασαν τη ζωή τους στη Μεσόγειο την τελευταία δεκαετία – προκάλεσαν μαζικές διαδηλώσεις, με δεκάδες χιλιάδες να διαδηλώνουν στην Αθήνα και σε 20 πόλεις της χώρας. Μεταξύ των πανό που κατήγγειλαν την Ελληνική Ακτοφυλακή, την ΕΕ και τον Frontex, το σώμα προστασίας των συνόρων της ΕΕ, ήταν και αυτά που έγραφαν «φονιάδες».
Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε και πάλι να αποκομίσει πολιτικά οφέλη, με τον ηγέτη Αλέξη Τσίπρα να επισκέπτεται την Καλαμάτα και να μιλά με επιζώντες. Μετέπειτα ο Τσίπρας έχυσε περισσότερα κροκοδείλια δάκρυα, κατά τη διάρκεια συζήτησης του συμβάντος στη Βουλή.
Όπως και με τους θανάτους στα Τέμπη, κανείς δεν έχαψε ούτε αυτή την απάτη, δεδομένου του ρόλου του ΣΥΡΙΖΑ ως αρχιδεσμοφύλακα της «Ευρώπης-Φρούριο», όταν ήταν στην εξουσία από το 2015-19 και της σχεδόν απροκάλυπτης αντιμεταναστευτικής του στάσης.
Κλιμακώνοντας την αντιμεταναστευτική της πολιτική, η κυβέρνηση της ΝΔ απλώς συνεχίζει τη βρώμικη δουλειά του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Μητσοτάκης έχει καταστήσει κεντρικό στοιχείο της προεκλογικής του εκστρατείας την υπόσχεση της επέκτασης του πέντε μέτρων ύψους ατσάλινου φράχτη ώστε να καλύπτει σχεδόν όλο το μήκος των 192 χιλιομέτρων των συνόρων της Ελλάδας με την Τουρκία, καθώς υπόσχεται να ανεγείρει άλλα επιπλέον 100 χιλιόμετρα του φράχτη μέχρι το 2026. Ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι ελπίζει ότι αυτό θα χρηματοδοτηθεί κυρίως από την ΕΕ, αλλά δήλωσε σε προεκλογική συγκέντρωση: «Με ή χωρίς ευρωπαϊκά λεφτά, ο φράχτης στον Έβρο θα τελειώσει».
Ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ μοιράζονται την ίδια πολιτική κλειστών συνόρων. Με αφορμή το ερώτημα του Μητσοτάκη προς τον ΣΥΡΙΖΑ για το αν θα γκρεμίσουν το τείχος που έχουν ήδη χτίσει και θα επιστρέψουν σε μια πολιτική ανοιχτών συνόρων, ο αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και μέλος του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Παπαδημούλης απάντησε: «Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. δεν είναι υπέρ του να γκρεμίσουμε τον φράχτη στον Έβρο… [και] στηρίζει πλήρως την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση για άλλα έργα υποδομής, που βοηθούν την Ελλάδα στην απολύτως αναγκαία φύλαξη των συνόρων της -σκάφη λιμενικού, θερμικές κάμερες, τεχνολογία επιτήρησης των συνόρων μας.»
Πριν κερδίσει την εξουσία με την σαρωτική του νίκη το 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ απευθυνόταν συστηματικά στο μαζικό συναίσθημα ενάντια στη λιτότητα. Αφού εγκατέλειψε τις υποσχέσεις του και επέβαλε ακόμη πιο βάναυσα μέτρα στην εργατική τάξη σε σύγκριση με τις κυβερνήσεις που αντικατέστησε, το κόμμα δεν επιτρέπει πλέον ούτε καν μια δημόσια συζήτηση για την περίοδο πριν την ανάδειξή του στην εξουσία.
Τις εβδομάδες που προηγήθηκαν του τελευταίου γύρου, η συντηρητική Καθημερινή έγραψε πως «όλα τα πρόσωπα που έχουν συνδεθεί με τον ΣΥΡΙΖΑ της περιόδου 2012-15 τελούν από το Σάββατο [27 Μαΐου] σε ένα ιδιότυπο καθεστώς υψηλής εποπτείας από τον πρόεδρο και το Γραφείο Τύπου. Δεν θα μπορούν να εμφανιστούν στα μέσα μαζικής ενημέρωσης χωρίς προηγούμενη άδεια από το κόμμα». Αυτό απαιτήθηκε, αναφέρει η εφημερίδα, σε μια προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ «να «ξεφοβίσει» το κεντρώο ακροατήριο που ψήφισε μαζικά Μητσοτάκη στις εκλογές του Μαΐου.»
Μια προηγούμενη προσπάθεια να προσελκύσει αυτό το ακροατήριο, ιδίως τους ψηφοφόρους του δεξιού, μνημονιακού σοσιαλδημοκρατικού ΠΑΣΟΚ – και να ενισχύσει τις πιθανότητες μιας μελλοντικής κυβέρνησης συνασπισμού μαζί του – είδε τον ΣΥΡΙΖΑ να αλλάζει το όνομά του το 2019 σε Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς-Προοδευτική Συμμαχία.
Ο Τσίπρας αντέδρασε στην ήττα του κόμματός του στις εκλογές του Μαΐου με ένα ακόμη βήμα προς τα δεξιά, προσλαμβάνοντας τον αντικομμουνιστή πολιτικό επιστήμονα και καθηγητή Νίκο Μαραντζίδη ως επικεφαλής επικοινωνίας του ΣΥΡΙΖΑ για τις εκλογές του Ιουνίου. Ο Μαραντζίδης ήταν προηγουμένως υποστηρικτής του φιλοκαπιταλιστικού, υπέρ της ΕΕ κόμματος «Το Ποτάμι» και είναι ηγετική φυσιογνωμία ενός δεξιού ρεύματος ιστορικών στην Ελλάδα.
Η εργατική τάξη αντιμετωπίζει ένα πλήθος εχθρών στις επερχόμενες εκλογές. Δεν υπάρχει καμία πολιτική εναλλακτική λύση που να εκπροσωπεί τα συμφέροντα των εργαζομένων κάτι που αφήνει ανοιχτό το πεδίο για την ανάδειξη της ευρέως μισητής ΝΔ για άλλα τέσσερα χρόνια στην εξουσία. Χάρη στις προδοσίες του ΣΥΡΙΖΑ και την απότομη στροφή του προς τα δεξιά την τελευταία δεκαετία, η ΝΔ κατάφερε να κερδίσει την υποστήριξη κάθε δημογραφικής ομάδας στις εκλογές του Μαΐου.
Μολονότι η ψήφος είναι υποχρεωτική στην Ελλάδα, ωστόσο στις δύο τελευταίες γενικές εκλογές (2019 και Μάιος φέτος) το 40% περίπου του εκλογικού σώματος απείχε με αηδία. Η μεγάλη αντίσταση ενάντια στα εγκλήματα της πολιτικής ελίτ εκφράζεται μέσα από τα κινήματα που ξέσπασαν ενάντια στις δολοφονικές πολιτικές που ευθύνονται για τους θανάτους στα Τέμπη και τους μαζικούς πνιγμούς των προσφύγων. Αλλά παρόλο το εύρος της, αυτή η αντίσταση αναπόφευκτα θα διαλυθεί ελλείψει μιας σοσιαλιστικής προοπτικής και οργάνωσης.
Όλη η εμπειρία των τελευταίων δεκαετιών, συμπεριλαμβανομένων των στρατηγικών διδαγμάτων σχετικά με την ψευτοαριστερά στην εξουσία, δείχνει την επείγουσα ανάγκη για τους εργαζόμενους και τη νεολαία στην Ελλάδα να οικοδομήσουν το δικό τους επαναστατικό κόμμα: ένα ελληνικό τμήμα του παγκόσμιου τροτσκιστικού κινήματος, τη Διεθνή Επιτροπή της Τέταρτης Διεθνούς.